Το αρχαίο στάδιο Δίου είναι μια χωμάτινη κατασκευή. Βρίσκεται στο χώρο των ιερών, νότια του τείχους της πόλης και βορειοανατολικά του ελληνιστικού θεάτρου.
Η χρονολόγηση του σταδίου του Δίου στηρίζεται σε ένα μεγάλο αριθμό νομισμάτων, τα οποία βρέθηκαν κατά την ανασκαφή. Αντιπροσωπεύονται με νομίσματα σχεδόν όλοι οι Μακεδόνες βασιλείς, από τον Αλέξανδρο Α΄ (498-454 π.Χ.) έως τον Φίλιππο Ε΄ (238-179 π.Χ.). Το παλαιότερο νόμισμα είναι ένα ασημένιο τετρώβολο (με άλογο στη μία πλευρά και κράνος στην άλλη) του Αλεξάνδρου Α΄, τα νομίσματα του οποίου κυκλοφορούν αρκετά χρόνια μετά το θάνατο του. Ωστόσο πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπ’ όψιν ότι το νόμισμα αυτό, σε συνδυασμό με τους προβληματισμούς που αναφέρονται παρακάτω, μπορεί να οδηγήσει την κατασκευή του σταδίου αρκετά χρόνια πριν από την εποχή του Αρχελάου, ο οποίος θα πρέπει να ήταν απλά ο αναμορφωτής των εν Δίω Ολυμπίων.
Το στάδιο του Δίου σχετίζεται με τα «εν Δίω Ολύμπια», για τα οποία μας πληροφορούν οι αρχαίες πηγές. Η τέλεση αυτών των αγώνων πιστοποιείται και από επιγραφή του τέλους του 4ου π.Χ. αι., η οποία είναι σήμερα εκτεθειμένη στο αρχαιολογικό μουσείο του Δίου. Στην επιγραφή αυτή, η οποία ήταν στημένη στο τέμενος του Ολυμπίου Διός, αναφέρονται γυμνικοί και σκηνικοί αγώνες, οι οποίοι τελούνταν προφανώς στο στάδιο και στο θέατρο του αρχαίου Δίου, της ιερής πόλης των Μακεδόνων, το οποίο θα μπορούσε χωρίς υπερβολή να χαρακτηρισθεί ως η Ολυμπία ή οι Δελφοί του βορρά.
Σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα, το στάδιο του Δίου κράτησε έως τα ρωμαϊκά χρόνια την αρχική λιτή χωμάτινη μορφή του, ενώ το θέατρο δέχθηκε στον 3ο π. Χ. αι. ριζική ανακαίνιση με τη διεύρυνση του κοίλου και την κατασκευή λαμπρού λίθινου κτιρίου σκηνής με μαρμάρινο προσκήνιο. Είναι προφανές ότι και τα δύο αυτά μνημεία σχετίζονται άμεσα με τη λατρεία, όπως προκύπτει, τόσο από την στενή σχέση τους με τα ιερά έξω από τα τείχη της πόλης , όσο και από τις αναφορές στις πηγές για τα «εν Δίω Ολύμπια».
Καθώς η ανασκαφή του μνημείου δεν έχει ολοκληρωθεί, τόσο η μορφή του όσο και οι κατασκευές του σταδίου μας είναι αποσπασματικά γνωστές. Το στάδιο του Δίου κατασκευάσθηκε έξω από τα τείχη της πόλης σε άμεση σχέση με τα ιερά και το θέατρο σε ένα έδαφος ελαφρά επικλινές, με κατασκευές σχεδόν αποκλειστικά χωμάτινες. Για την κατασκευή του χρειάστηκε να γίνουν αποχωματώσεις για τη δημιουργία του δυτικού πρανούς και επιχωματώσεις για τη διαμόρφωση του ανατολικού πρανούς. Επάνω στα πρανή δημιουργήθηκαν με απλή εκσκαφή οι βαθμίδες των καθισμάτων και κατασκευάστηκε επίσης με εκσκαφή ο περιμετρικός αποχετευτικός αγωγός. Στο νότιο άκρο του δημιουργούνταν σφενδόνη ενώ το δυτικό, στο οποίο θα πρέπει να βρίσκονταν η είσοδός του, χάνεται σήμερα κάτω από σύγχρονα κτίσματα και ασφαλτοστρωμένο δρόμο του χωριού, με αποτέλεσμα να μη γνωρίζουμε προς το παρόν το συνολικό μήκος του.
Το στάδιο διατήρησε σε όλη τη μακρόχρονη πορεία της ζωή του, έως τη διακοπή της λειτουργίας του στα ρωμαϊκά χρόνια, την αρχική χωμάτινη μορφή του. Παρά την λιτότητα της κατασκευής και την ευτέλεια των υλικών του, ήταν στο σύνολό του μια μνημειακή και συγχρόνως απόλυτα λειτουργική κατασκευή, η οποία επιβάλλονταν τόσο με το μέγεθός της, όσο και με την απόλυτη ένταξή της στο περιβάλλον, καθώς αποτελούσε μια απλή διαμόρφωση του φυσικού εδάφους. Το στάδιο και το ελληνιστικό θέατρο με τους χωμάτινους όγκους τους και το τείχος της πόλης με την τάφρο αγκάλιαζαν το χώρο των ιερών και του παρείχαν προστασία από τα νερά της βροχής τα οποία κατεβαίνουν ορμητικά από τις πλαγιές του Ολύμπου.
Καραδέδος Γιώργος
Αναπληρωτής καθηγητής Α.Π.Θ.
Αρχαίο στάδιο Δίου
Στάδιο
Χωμάτινη κατασκευή η οποία προέκυψε από κατάλληλη διαμόρφωση του εδάφους με εκσκαφές και επιχωματώσεις αποτελούμενη από χωμάτινο στίβο (κονίστρα), περιμετρικό αποχετευτικό αγωγό σκαμμένο στο έδαφος και χωμάτινες κερκίδες.
Υπάρχει φωτογραφική και σχεδιαστική τεκμηρίωση των ανασκαφικών σκαμμάτων στα αρχεία της Πανεπιστημιακής Ανασκαφής του Δίου.
W.M. Leake, Travels in Northern Greece III, London 1835, σ. 408 κ.ε.
L. Heusey, Le Mont Olympe et L’ Ararnanie, Paris 1860, σ. 114 κ.ε.
Θ. Στεφανίδου-Τιβερίου, Ανασκαφή Δίου. Η οχύρωση, Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 1998, σ. 18.
Δ. Παντερμαλής, «Δίον», στο Αρχαιολογία 33, Αθήνα, 1989, σ. 12.
Δ. Παντερμαλής, «Ανασκαφή Δίου 1995» στο ΑΕΜΘ 9, 1995, σ. 167-169.
Δ. Παντερμαλής, Δίον. Η ανακάλυψη, Αθήνα, 1999, σ. 76.
Γ. Καραδέδος, «Το στάδιο του αρχαίου Δίου», στο Χώροι θέασης και ακρόασης στη Μακεδονία, Διάζωμα, Αθήνα (υπό δημοσίευση).
Αρχαιολογικός χώρος Δίου, (στο χώρο των ιερών, νότια του τείχους της πόλης και βορειοανατολικά του ελληνιστικού Θεάτρου), Δήμος Δίου-Ολύμπου, Νομού Πιερίας.
Η χρονολόγηση του σταδίου του Δίου στηρίζεται σε ένα μεγάλο αριθμό νομισμάτων, τα οποία βρέθηκαν κατά την ανασκαφή και τα οποία μπορούν στο σύνολό τους να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν, καθώς ο χώρος του σταδίου με τα υψηλά πρανή ήταν αρκετά απομονωμένος ώστε να μην επιτρέπει τη μεταφορά νομισμάτων με τα όμβρια από άλλη περιοχή.
Αντιπροσωπεύονται με νομίσματα σχεδόν όλοι οι Μακεδόνες βασιλείς, από τον Αλέξανδρο Α’ (498-454 π.Χ.) έως τον Φίλιππο Ε’ (238-179 π.Χ.). Το παλαιότερο νόμισμα είναι ένα ασημένιο τετρώβολο (με άλογο στη μία πλευρά και κράνος στην άλλη) του Αλεξάνδρου Α΄, τα νομίσματα του οποίου κυκλοφορούν αρκετά χρόνια μετά το θάνατο του (εικ. 13α). Ωστόσο πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπ’ όψιν ότι το νόμισμα αυτό, σε συνδυασμό με τους προβληματισμούς που αναφέρονται παρακάτω, μπορεί να οδηγήσει την κατασκευή του σταδίου αρκετά χρόνια πριν από την εποχή του Αρχελάου, ο οποίος θα πρέπει να ήταν απλά ο αναμορφωτής των εν Δίω Ολυμπίων.
Το στάδιο του Δίου σχετίζεται με τα «εν Δίω Ολύμπια», για τα οποία μας πληροφορούν οι αρχαίες πηγές. Η τέλεση αυτών των αγώνων πιστοποιείται και από επιγραφή του τέλους του 4ου π.Χ. αι., η οποία είναι σήμερα εκτεθειμένη στο αρχαιολογικό μουσείο του Δίου. Στην επιγραφή αυτή, η οποία ήταν στημένη στο τέμενος του Ολυμπίου Διός, αναφέρονται γυμνικοί και σκηνικοί αγώνες, οι οποίοι τελούνταν προφανώς στο στάδιο και στο θέατρο του αρχαίου Δίου, της ιερής πόλης των Μακεδόνων, το οποίο θα μπορούσε χωρίς υπερβολή να χαρακτηρισθεί ως η Ολυμπία ή οι Δελφοί του βορρά.
Σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα, το στάδιο του Δίου κράτησε έως τα ρωμαϊκά χρόνια την αρχική λιτή χωμάτινη μορφή του, ενώ το θέατρο δέχθηκε στον 3ο π. Χ. αι. ριζική ανακαίνιση με τη διεύρυνση του κοίλου και την κατασκευή λαμπρού λίθινου κτιρίου σκηνής με μαρμάρινο προσκήνιο. Είναι προφανές ότι και τα δύο αυτά μνημεία σχετίζονται άμεσα με τη λατρεία, όπως προκύπτει, τόσο από την στενή σχέση τους με τα ιερά έξω από τα τείχη της πόλης (εικ. 2,3), όσο και από τις αναφορές στις πηγές για τα «εν Δίω Ολύμπια».
Είναι χαρακτηριστικό για τα ιερά του Δίου ότι παράλληλα με τη λατρεία του Δία έχουμε σχεδόν ισότιμη λατρεία των Πιερίδων Μουσών, οι οποίες σύμφωνα με τους μύθους γεννήθηκαν στους πρόποδες του Ολύμπου. Είναι λοιπόν επόμενο να έχουμε στο Δίον εκτός από γυμνικούς και καλλιτεχνικούς αγώνες. Το ίδιο εξάλλου γινόταν και στους Δελφούς, όπου τα Πύθια αρχικά ήταν μουσικοί αγώνες και μόνο μετά το 582 π.Χ., στο πλαίσιο μιας αναβάθμισής τους, προστέθηκαν και γυμνικοί αγώνες, οι οποίοι τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια.
Σύμφωνα με τον Διόδωρο ο Αρχέλαος (413-399 π.Χ.) «πρώτος κατέδειξε» προς τιμήν του Δία και των Μουσών «σκηνικούς αγώνες» και «πανήγυριν», που διαρκούσε εννέα ημέρες, μία για κάθε Μούσα. Μετά τον Αρχέλαο, όπως προκύπτει από τις πηγές, και άλλοι Μακεδόνες βασιλείς έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην τέλεση των «εν Δίω Ολυμπίων» ενισχύοντάς τα οικονομικά, προσκαλώντας πρόσωπα και απονέμοντας βραβεία. Το καλοκαίρι του 348 π.Χ., μετά την καταστροφή της Ολύνθου ο Φίλιππος Β’ πήγε στο Δίον και απένειμε τιμές στεφανώνοντας νικητές, στο πλαίσιο των εν Δίω Ολυμπίων.
Πότε ιδρύθηκαν τα εν Δίω Ολύμπια, είναι ένα ερώτημα το οποίο δεν είναι εύκολο να απαντηθεί με τα στοιχεία που διαθέτουμε σήμερα. Είναι πολύ πιθανό και στο Δίον, όπως και σε άλλα ιερά (Δελφούς, Ολυμπία), οι καλλιτεχνικοί αλλά και οι γυμνικοί αγώνες να είναι πολύ παλαιότεροι από την εποχή του Αρχελάου, ο οποίος μάλλον αναμόρφωσε και λάμπρυνε ένα θεσμό που ήδη υπήρχε. Θα ήταν μάλλον απίθανο να δεχθούμε ότι σε ένα χώρο στον οποίο λατρεύονταν οι Μούσες δεν γίνονταν μεγαλοπρεπείς θυσίες, πολυτελείς εστιάσεις και αγώνες πριν από την εποχή του Αρχέλαου, με τρόπο ανάλογο με αυτόν που γνωρίζουμε για αντίστοιχες εκδηλώσεις στα Πύθια, στα Νέμεα και στα Ίσθμια της Νότιας Ελλάδας. Εξάλλου και το στάδιο του Δίου μάλλον προϋπήρχε του Αρχελάου, όπως προκύπτει από τα νομίσματα που βρέθηκαν μέσα σ’ αυτό.
Πότε σταματάει η τέλεση γυμνικών αγώνων στο στάδιο του Δίου δεν είναι γνωστό. Τα ρωμαϊκά νομίσματα τα οποία βρέθηκαν κατά την ανασκαφή του δεν είναι λίγα. Είναι επίσης γνωστό ότι ο Λουκιανός που επισκέφθηκε τη Μακεδονία, επέλεξε τα εν Δίω Ολύμπια για να γνωστοποιήσει το έργο του, εμφανιζόμενος δημόσια και εκφωνώντας το λόγο του «Ηρόδοτος ή Αετίων» στο στάδιο του Δίου, το οποίο, όπως αναφέρει, σε τίποτε δεν υστερούσε από το στάδιο της Ολυμπίας.
Καθώς η ανασκαφή του μνημείου δεν έχει ολοκληρωθεί (βλέπε κεφάλαιο Έρευνα-Επεμβάσεις), τόσο η μορφή του όσο και οι κατασκευές του μας είναι αποσπασματικά γνωστές (εικ. 4).
Από τη δεύτερη ημέρα της ανασκαφής η οποία άρχισε τον Ιούλιο του 1995, μετά την αφαίρεση του στρώματος καλλιέργειας και κάτω από ένα λεπτό στρώμα καφεκόκκινου σκούρου χώματος με χαλίκι, άρχισε η αποκάλυψη του δαπέδου της κονίστρας (στίβου), το οποίο είναι κατασκευασμένο από πατημένο, καθαρό ξανθοκόκκινο χώμα (εικ. 5α). Επάνω από αυτό το αρχικό δάπεδο, το οποίο σχετίζεται με την κατασκευή του σταδίου, είχε δημιουργηθεί με την πάροδο του χρόνου ένα δεύτερο δάπεδο πάχους 8-10 εκατοστών, το οποίο αποτελείται από σκούρο χώμα που περιέχει θρυμματισμένα μικρά όστρακα και απανθρακωμένες οργανικές ύλες που προέρχονται από χόρτα ή θραύσματα από σάρωθρα. Αυτό το δεύτερο δάπεδο σχετίζεται με τη λειτουργία του σταδίου έως την εγκατάλειψή του και δημιουργήθηκε σταδιακά καθώς κάθε χρόνο πριν από την έναρξη των γυμνικών αγώνων πρόσθεταν χώμα για τη συντήρηση της κονίστρας. Το δάπεδο αυτό διακόπτεται από σκαμμένο στο χώμα χαντάκι, πλάτους 60 και βάθους 30-40 περίπου εκατοστών (εικ. 5α, 7, 8). Πρόκειται για τον περιμετρικό αποχετευτικό αγωγό του σταδίου (εικ.4), ο οποίος, όπως και ο στίβος, παρουσιάζει ελαφρά κλίση από τα νότια προς τα βόρεια για την αποχέτευση των ομβρίων στην παρακείμενη τάφρο του τείχους (εικ. 2). Κατά μήκος της δυτικής παρειάς του αποχετευτικού χαντακιού υπάρχει περιμετρικός διάδρομος πλάτους περίπου ενός μέτρου, από τον οποίο αρχίζουν να διαμορφώνονται στο πρανές χωμάτινες βαθμίδες μέσου πλάτους 65-70 εκατοστών και ύψους 12-15 εκατοστών (εικ. 5α, 8). Αποκαλύφθηκαν μόνο 10 βαθμίδες καθ’ ύψος, όμως είναι βέβαιο ότι υπήρχαν πολύ περισσότερες. Από τη δέκατη βαθμίδα και επάνω, το πρανές έχει απωλέσει το αρχικό του ύψος. Στο σκάμμα αυτό, όπως και στα όμορα τα οποία ανασκάφηκαν τις επόμενες ημέρες, δεν υπήρξαν ενδείξεις μόνιμων κτιστών κατασκευών τόσο στο στίβο και στον αποχετευτικό αγωγό όσο και στις βαθμίδες για τη διαμόρφωση εδράνων. Εξάλλου παρόμοιες χαμηλού ύψους αποκλειστικά χωμάτινες διατάξεις έχουν βρεθεί και σε άλλα στάδια, όπως της Ίλιδας.
Η τομή επεκτάθηκε προς τα ανατολικά όπου εντοπίσθηκε η συνέχεια του δαπέδου του στίβου και το αποχετευτικό χαντάκι της ανατολικής πλευράς του σταδίου (εικ.4). Έτσι προέκυψε το πλάτος του στίβου, το οποίο είναι περίπου 27-27,5 μέτρα. Βόρεια και νότια του πρώτου σκάμματος χαράχθηκαν άλλα τρία, στα οποία διαπιστώθηκε ανασκαφικά η συνέχεια του στίβου, του αποχετευτικού χαντακιού και των χωμάτινων βαθμίδων.
Στα νότια του σύγχρονου δρόμου που τέμνει κάθετα το στάδιο χαράχθηκαν νέες τομές (εικ. 4). Και στα σκάμματα αυτά διαπιστώθηκαν ακριβώς οι ίδιες χωμάτινες κατασκευές: ο στίβος με το απόλυτα επίπεδο χωμάτινο δάπεδο με μία ελαφρά κλίση από τα νότια προς τα βόρεια, το περιμετρικό αποχετευτικό χαντάκι (εικ. 10) για την αποχέτευση των ομβρίων προς την τάφρο του τείχους και οι χωμάτινες βαθμίδες στο ανατολικό και το δυτικό πρανές. Στα σκάμματα που βρίσκονται στο ανατολικό πρανές βρέθηκαν θραύσματα χονδρών πλίνθων όμοιων με αυτές που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή των βαθμίδων των καθισμάτων του θεάτρου του Δίου, τόσο στην κλασική, όσο και στην ελληνιστική φάση του. Είναι πολύ πιθανό σε περιορισμένο τμήμα του σταδίου να υπήρχαν πλίνθινα καθίσματα τα οποία διαμόρφωναν εξέδρα για τα μέλη της ελλανοδίκου επιτροπής ή τους επισήμους, όπως στο στάδιο της Ολυμπίας. Όμως καθώς δεν βρέθηκαν πλίνθοι «in situ» η άποψη αυτή παραμένει απλή υπόθεση. Κατά την ανασκαφή σε αυτή την περιοχή του σταδίου εντοπίσθηκε παλαιότερο σκάμμα (εικ. 4). Καθώς η ανασκαφή στο σκάμμα αυτό είχε προχωρήσει το 1973 σε μεγάλο βάθος, δόθηκε η δυνατότητα, χωρίς να χρειασθεί να καταστραφούν νέα τμήματα των χωμάτινων βαθμίδων, να εντοπισθεί η αρχαία στάθμη του φυσικού εδάφους και να υπολογισθεί η επίχωση, η οποία απαιτήθηκε για την κατασκευή του ανατολικού πρανούς (εικ. 5β).
Στο νοτιότερο από τα σκάμματα, το αποχετευτικό χαντάκι και οι βαθμίδες καμπυλώνονται προς τα νοτιοδυτικά, ορίζοντας τη γένεση της σφενδόνης του σταδίου (εικ. 4,6). Η ανασκαφή δεν ήταν δυνατόν να συνεχισθεί νοτιότερα ώστε να αποκαλυφθεί ολόκληρη η σφενδόνη καθώς στη θέση αυτή υπήρχαν περιφραγμένοι λαχανόκηποι. Στο σκάμμα αυτό και πολύ κοντά στο καμπυλωμένο τμήμα του αποχετευτικού χαντακιού, αποκαλύφθηκε «in situ» γωνιόλιθος πακτωμένος στο έδαφος, διαστάσεων 1,14×0,80 μ., ο οποίος προεξέχει ελάχιστα από το χωμάτινο δάπεδο του στίβου (εικ. 6,11). Καθώς ο γωνιόλιθος αυτός φέρει στην άνω επιφάνειά του μεγάλη τετράγωνη εγκοπή βάθους 6 εκατοστών μέσα στην οποία βρέθηκαν αρκετά θραύσματα λευκού μαρμάρου με καλοδουλεμένες επίπεδες πλευρές και γωνίες, βγαίνει το συμπέρασμα ότι πρόκειται για βάθρο στήριξης μαρμάρινης στήλης τετράγωνης διατομής.
Παρά την περιορισμένη ανασκαφική έρευνα, η επιλογή της θέσης των σκαμμάτων και η συστηματική και ιδιαίτερα προσεγμένη ανασκαφή επέτρεψε την εξαγωγή πολύτιμων συμπερασμάτων και σε γενικές γραμμές την αναπαράσταση της μορφής του σταδίου (εικ. 12).
Το στάδιο του Δίου κατασκευάσθηκε έξω από τα τείχη της πόλης σε άμεση σχέση με τα ιερά και το θέατρο (εικ. 2,3) σε ένα έδαφος ελαφρά επικλινές, με κατασκευές σχεδόν αποκλειστικά χωμάτινες. Για την κατασκευή του χρειάστηκε να γίνουν αποχωματώσεις για τη δημιουργία του δυτικού πρανούς και επιχωματώσεις για τη διαμόρφωση του ανατολικού πρανούς (εικ. 5β). Επάνω στα πρανή δημιουργήθηκαν με απλή εκσκαφή οι βαθμίδες των καθισμάτων και κατασκευάστηκε επίσης με εκσκαφή ο περιμετρικός αποχετευτικός αγωγός. Στο νότιο άκρο του δημιουργούνταν σφενδόνη ενώ το δυτικό, στο οποίο θα πρέπει να βρίσκονταν η είσοδός του, χάνεται σήμερα κάτω από σύγχρονα κτίσματα και ασφαλτοστρωμένο δρόμο του χωριού, με αποτέλεσμα να μη γνωρίζουμε προς το παρόν το συνολικό μήκος του.
Το στάδιο διατήρησε σε όλη τη μακρόχρονη πορεία της ζωή του, έως τη διακοπή της λειτουργίας του στα ρωμαϊκά χρόνια, την αρχική χωμάτινη μορφή του. Παρά την λιτότητα της κατασκευής και την ευτέλεια των υλικών του, ήταν στο σύνολό του μια μνημειακή και συγχρόνως απόλυτα λειτουργική κατασκευή, η οποία επιβάλλονταν τόσο με το μέγεθός της, όσο και με την απόλυτη ένταξή της στο περιβάλλον, καθώς αποτελούσε μια απλή διαμόρφωση του φυσικού εδάφους. Το στάδιο και το ελληνιστικό θέατρο με τους χωμάτινους όγκους τους και το τείχος της πόλης με την τάφρο αγκάλιαζαν το χώρο των ιερών (εικ. 2, 3) και του παρείχαν προστασία από τα νερά της βροχής τα οποία κατεβαίνουν ορμητικά από τις πλαγιές του Ολύμπου.
Από το μνημείο έχει αποκαλυφθεί ένα πολύ μικρό τμήμα του, το οποίο μάλιστα είναι κατακερματισμένο επειδή, καθώς η ανασκαφή είχε ερευνητικό χαρακτήρα, οι ανασκαφικές τομές έγιναν σε διαφορετικές θέσης για να εξαχθούν όσο γίνεται περισσότερα συμπεράσματα. Ολόκληρο το μνημείο βρίσκεται σε ιδιοκτησίες από τις οποίες δεν έχει απαλλοτριωθεί καμία και επιπλέον έχουν κτισθεί μερικές σύγχρονες κατοικίες κυρίως στο δυτικό πρανές του σταδίου.
Παρά τις δυσμενείς συνθήκες, υπάρχει δυνατότητα το μνημείο να αποκαλυφθεί σε ικανοποιητικό βαθμό και να αναδειχθεί, με την προϋπόθεση ότι θα προχωρήσουν οι απαλλοτριώσεις, θα καταργηθεί ο σύγχρονος δρόμος, ο οποίος το τέμνει στα δύο, θα παγώσει η ανοικοδόμηση στο χώρο του σταδίου και θα κατεδαφισθούν ορισμένα μόνο από τα σύγχρονα κτίσματα, κυρίως αποθήκες, για να μη δημιουργηθεί κοινωνική αναστάτωση στο χωριό (εικ. 12).
Η πρώτη ταύτιση της θέσης του αρχαίου σταδίου του Δίου έγινε από τον Άγγλο αξιωματικό W.M. Leake, ο οποίος το Δεκέμβριο του 1806 επισκέφθηκε την περιοχή. Από παρατηρήσεις στη διαμόρφωση του εδάφους, επεσήμανε πρώτα το στάδιο, το θέατρο και τα θεμέλια ενός μεγάλου κτιρίου και αμέσως μετά τα υπολείμματα των τειχών της πόλης του Δίου.
Οι διαπιστώσεις αυτές επαναλήφθηκαν μισό αιώνα αργότερα από τον L. Heuzey και στην περίοδο 1928-1931, με την έναρξη των πρώτων ανασκαφικών ερευνών στο Δίον από τον Γ. Σωτηριάδη, ο οποίος σημείωσε με αρκετή σαφήνεια τη θέση και το σχήμα του θεάτρου και του σταδίου επάνω σε «χωροσταθμικό διάγραμμα» (εικ. 1), το οποίο εκπονήθηκε από τη Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού και δημοσιεύθηκε από τον ίδιο τον ανασκαφέα. Παρά τον σαφή προσδιορισμό της θέσης του σταδίου ο Σωτηριάδης φρόντισε να εξαιρεθεί από τη διανομή στους γεωργούς και να προστατευθεί ως αρχαιολογικός χώρος μόνο η εντός των τειχών περιοχή, αφήνοντας χωρίς προστασία το στάδιο και το θέατρο, γεγονός που οδήγησε στο κτίσιμο κατοικιών και αποθηκών στο δυτικό πρανές του σταδίου και στο βόρειο τμήμα του στίβου, τα οποία δημιουργούν σήμερα σοβαρά προβλήματα στο μνημείο.
Ο Σωτηριάδης πραγματοποίησε μερικές δοκιμαστικές τομές στο ανατολικό πρανές του σταδίου, χωρίς όμως να επισημάνει κατασκευές ή το δάπεδο του στίβου. Το 1970 άρχισε η ανασκαφή του θεάτρου, του οποίου η παλαιότερη φάση θα πρέπει να ήταν κατασκευή συγγενής και σύγχρονη με το στάδιο. Το 1993-1994 άρχισε, μεταξύ θεάτρου και σταδίου η ανασκαφή μεγάλου κτίσματος μάλλον της ελληνιστικής περιόδου, το οποίο θυμίζει παλαίστρα. Στην ίδια περίοδο αναθερμάνθηκε το ενδιαφέρον για το στάδιο και πραγματοποιήθηκαν μερικές ερευνητικές τομές, οι οποίες όμως, καθώς υλοποιήθηκαν με μηχανικά μέσα, δεν απέδωσαν ουσιαστικά στοιχεία για τον ακριβή εντοπισμό του. Συστηματική ανασκαφή άρχισε τον Ιούλιο του 1995 από τον Γ. Καραδέδο, η οποία έφερε στο φως πολύτιμα στοιχεία και άρχισε την αποκάλυψη αυτού του πολύ σημαντικού μνημείου, το οποίο έχει ιδιαίτερη σημασία για την ιστορία των γυμνικών αγώνων καθώς και για την ιστορία του Δίου αλλά και ολόκληρης της Μακεδονίας.
Η ανασκαφή ήταν ιδιαίτερα δύσκολη καθώς όλες οι κατασκευές του σταδίου ήταν απλές διαμορφώσεις στο έδαφος, τις οποίες ήταν πολύ δύσκολο να αντιληφθούν οι εργάτες παρά την οποιαδήποτε ανασκαφική εμπειρία τους. Έτσι το βάρος της ανασκαφής, όχι μόνο σε επίπεδο επίβλεψης και τεκμηρίωσης αλλά και σε επίπεδο χειρονακτικής εργασίας, έπεσε στον ανασκαφέα.
Η ανασκαφή του σταδίου περιορίσθηκε στις δύο ανασκαφικές περιόδους του 1995 και 1996 εξ’ αιτίας των προβλημάτων με τις ιδιοκτησίες οι οποίες δεν απαλλοτριώθηκαν ποτέ, με αποτέλεσμα να μην ολοκληρωθεί η αποκάλυψή του και να χαθεί η ευκαιρία να χρησιμοποιηθεί ως επισκέψιμο μνημείο και ως χώρος πραγματοποίησης κάποιων ήπιων εκδηλώσεων, τελετών αγώνων ή επιλεγμένων αγωνισμάτων στην ιερή πόλη των Μακεδόνων στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Ελλάδα. Είναι προφανές ότι αυτές θα είναι και οι επιτρεπόμενες χρήσεις στο μέλλον αν ολοκληρωθεί η αποκάλυψη του σταδίου.
Το ιδιοκτησιακό καθεστώς δεν επέτρεψε ως σήμερα καμία χρήση του σταδίου, ούτε καν αυτήν του επισκέψιμου αρχαιολογικού χώρου, καθώς οι ανασκαφικές τομές βρίσκονται μέσα σε περιφραγμένα οικόπεδα.
Τα πνευματικά δικαιώματα για τη μελέτη και δημοσίευση του μνημείου έχει η Πανεπιστημιακή Ανασκαφή του Δίου δια του υπευθύνου καθηγητή Δημητρίου Παντερμαλή.
40.172709°
22.492318°