ΕΥΒΟΙΑ ΜΕΤΑ: Επελέγη ο ανάδοχος για τον νέο μεγάλο οδικό άξονα Στροφυλιά – Ιστιαία
ΕΥΒΟΙΑ ΜΕΤΑ: Ξεκίνησε η αναδάσωση με μαύρη πεύκη για το Νέο Δάσος στην περιοχή αρμοδιότητας του Δασαρχείου Λίμνης
Το Ίδρυμα Μποδοσάκη παρουσιάζει το Σχέδιο Δράσης για την Κοινωνία των Πολιτών στην Ελλάδα
Η κλιματική κρίση στο επίκεντρο της 7ης συνάντησης του Άνω Διαζώματος
«ΔΕΣΜΟΙ. Χαρτογραφώντας ιστορίες που μας συνδέουν με τον Έβρο» – Ένα νέο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα για τον Έβρο
Παρουσίαση της αρχαιολόγου κας Ζαχάρως Λεβεντούρη στα πλαίσια της εκδήλωσης για την ανάδειξη του Αρχαίου Θεάτρου Πλατιάνας στο Αίπυ
ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΠΛΑΤΙΑΝΑΣ
Η ακρόπολη της Πλατιάνας βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της Περιφερειακής Ενότητας Ηλείας, στις ανατολικές απολήξεις του όρους Λαπίθα, στα σύνορα της αρχαίας Τριφυλίας με την Αρκαδία, σε ύψος 630 μ. Κατατάσσεται στις ακροπόλεις της αρχαίας Τριφυλίας, δηλαδή τις φυσικά οχυρές θέσεις που ενισχύθηκαν με τείχη, επειδή είχαν στρατηγική σημασία. Από την ακρόπολη της Πλατιάνας υπήρχε η δυνατότητα ελέγχου του δρόμου που οδηγούσε από την Πισάτιδα προς τη Μεγαλόπολη και την υπόλοιπη Αρκαδία. Η θέα προς όλα τα σημεία του ορίζοντα είναι καταπληκτική. Από εδώ φαίνονται, το Αρκαδικό Λύκαιον, τα βουνά της Γορτυνίας, ο Χελμός, τα βουνά των Καλαβρύτων ολόκληρη η Ηλεία ,καθώς και τα βουνά της Ζακύνθου και της Κεφαλονιάς.
Για την ταύτισή της έχουν προταθεί οι πόλεις της αρχαίας Τριφυλίας Αίπυ (η Αιπύς) ή Τυπανέαι (τα Τυπανέα ).
Η πόλη Αίπυ, οι κάτοικοι της οποίας είχαν συμμετάσχει στον Τρωικό πόλεμο, μνημονεύεται από τον Όμηρο (Ομήρου Ιλιάς Β 592) o οποίος μάλιστα την ονομάζει εύκτιτον (καλόχτιστο). Την ονομασία της, την πήρε από την οχυρή της θέση, αφού στην αρχαία ελληνική «αιπύς» σημαίνει απόκρημνος.
Ο Πολύβιος στο βιβλίο του Ιστορίαι Δ΄, όπου αναφέρεται στην εισβολή του Μακεδόνα βασιλιά Φιλίππου Ε΄ στην περιοχή της Τριφυλίας κατά τη διάρκεια του δεύτερου Συμμαχικού πολέμου(220-217 π.Χ),την αναφέρει ως Τυπανέαι ή Ύπαναι.
Ο Ηρόδοτος τη θεωρεί ως μια από τις έξι πόλεις που οι Μινύες έχτισαν στη Μεσσηνία (Ηροδ. 4,148).
Ο Ξενοφών την τοποθετεί μεταξύ Ηραίας και Μακίστου (Ελλην.3.2,30).
Η πόλη είχε εγκαταλειφθεί κατά τον 2ο αι. μ.χ. καθώς δε μνημονεύεται από τον περιηγητή Παυσανία.
Σημαντικές πόλεις της Τριφυλίας στην περιοχή της σημερινής Ηλείας, μεταξύ αυτών ήταν: το Σαμικό, το Λέπρεο, η Πύλος, ο Βώλακας, η Σκιλλούς και η Φρίξα.
Η ταύτιση της θέσης με αρχαία πόλη δεν είναι ακόμη απολύτως ασφαλής, μελλοντικές ωστόσο έρευνες και ευρήματα μπορούν να συνδράμουν προς την κατεύθυνση αυτή.
Η οχυρωμένη, ελλειπτική και μακρόστενη πόλη, μέγιστου μήκους700μ και πλάτους 100μ., περιβάλλεται από τείχη, που σώζονται στο σύνολό τους σε πολύ καλή κατάσταση και σε ορισμένα σημεία φθάνουν σε ύψος 5μ.
Διαθέτει τρείς μεγάλες πύλες στα ΒΔ, ΝΔ και Α, όπου βρίσκεται η κύρια πύλη, καθώς και αρκετούς αμυντικούς πύργους, κυρίως ορθογώνιας αλλά και τραπεζιόσχημης κάτοψης. Τα τείχη που περιβάλλουν την πόλη, έχουν κτιστεί από ασβεστολιθικούς ογκόλιθους ακολουθώντας το πολυγωνικό σύστημα τοιχοδομίας και χρονολογούνται στην κλασική και ελληνιστική εποχή.
Η πόλη διακρίνεται σε τρία τμήματα: την άνω πόλη, την κάτω πόλη και το τμήμα της πόλης στη βόρεια κλιτύ του λόφου. Η άνω πόλη εκτείνεται στην κορυφή του λόφου και είναι οργανωμένη σε οκτώ συνολικά βαθμιδωτά άνδηρα που έχουν κλίση από τα δυτικά προς τα ανατολικά και ορίζονται ενίοτε από αναλημματικούς τοίχους. Η κάτω πόλη εκτεινόταν στα νότια πρανή της ακρόπολης και προστατευόταν επίσης με τείχος. Τέλος το τμήμα της πόλης που αναπτύσσεται στο άνω μέρος της βόρειας κλιτύος του λόφου περιβαλλόταν επίσης από τείχη.
Τα τέσσερα πρώτα άνδηρα (I-IV) της άνω πόλης, που βρίσκονται στα ανατολικά, θα πρέπει να καταλαμβάνονταν από ιδιωτικές οικίες και δημόσια κτήρια. Οι ανασκαφικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν από το 2002-2004 στα άνδηρα III-IV αποκάλυψαν μεγάλο ορθογώνιο κτήριο με πέντε χώρους, διμερές κτήριο με υπαίθρια αυλή και εργαστηριακή ενδεχομένως χρήση, καθώς και μικρό μονόχωρο κτήριο με μήκος πλευράς 3,40μ., περιβαλλόμενο με κίονες που παραπέμπει στο αντίστοιχο περίστυλο οικοδόμημα που έχει αποκαλυφθεί στην Αλίφειρα και έχει ταυτιστεί με ξενώνα ή κατοικία ιερέων. Πλησίον ενός από τα δημόσια οικοδομήματα αποκαλύφθηκε μεγάλη στέρνα νερού, βάθους 4,20μ και μέγιστης διαμέτρου 3,70μ., που απολήγει σε κυκλικό στόμιο διαμέτρου 1μ. Όλα χρονολογούνται στην ύστερη κλασική-ελληνιστική εποχή. Στο πέμπτο άνδηρο (V) θα πρέπει να βρισκόταν η αγορά της αρχαίας πόλης, η οποία είναι τοποθετημένη σε ένα επιμελώς ισοπεδωμένο τμήμα με μεγάλη δεξαμενή λαξευμένη στο φυσικό ασβεστολιθικό βράχο.
Στο έκτο άνδηρο (VI) βρίσκεται το μικρό θέατρο από το οποίο σώζεται η ορχήστρα, τμήμα της σκηνής και το κοίλο. Το έβδομο άνδηρο (VII) που είναι και το υψηλότερο, καταλαμβάνεται από την κατεξοχήν ακρόπολη που έχει αυτόνομη οχύρωση και περιλαμβάνει υδροδοτικές εγκαταστάσεις (δεξαμενή, φρέαρ). Τέλος, το όγδοο άνδηρο (VIII) που βρίσκεται στο δυτικό άκρο του λόφου, δε σώζει οικοδομικά λείψανα.
Η περίοδος ακμής της πόλης ήταν η ύστερη κλασική και η ελληνιστική εποχή.
ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΑΝΑΔΕΙΞΗΣ
Α. Τη δεκαετία του 1950, είχε εκπονηθεί από το E. Meyer, μια πρώτη τοπογράφηση της ακρόπολης με τα ορατά οικοδομικά λείψανα (εικ.4).
Β. Στο πλαίσιο ανάδειξης των ακροπόλεων στην περιοχή της Ηλείας εφαρμόστηκε ένα διετές πρόγραμμα 2002-2004, υπό την εποπτεία της επίτιμης Εφόρου Δρ κ. Ξένης Αραπογιάννη. Κατά τη διάρκεια υλοποίησης του προγράμματος έγιναν εκτεταμένοι καθαρισμοί των αρχαίων τειχών, που σε πολλά σημεία ήταν εξαιρετικά απόκρημνα και δύσβατα, ενώ αποψιλώθηκε και το εσωτερικό της οχύρωσης. Πραγματοποιήθηκαν ανασκαφικές εργασίες στο θέατρο και στα άνδηρα III-IV όπου και αποκαλύφθηκαν τα δημόσια κτίρια (εικ.5).
Επίσης ο χώρος αξιοποιήθηκε θεαματικά, με τη δημιουργία διαδρομών και την τοποθέτηση πληροφοριακών πινακίδων και πινακίδων κατεύθυνσης των επισκεπτών.
Γ. Στη διάρκεια του πενταετούς προγράμματος με τίτλο « Μελέτη των αρχαίων Τριφυλιακών Πόλεων 2006-2011.», που πραγματοποιήθηκε από το ΓΑΙ σε συνεργασία με την Εφορεία υπό την εποπτεία της επίτιμης Εφόρου κ. Γεωργίας Χατζή, στην περιοχή της Τριφυλίας διενεργήθηκε Επιφανειακή και Γεωφυσική έρευνα και έγινε τοπογραφική αποτύπωση της ακρόπολης.
Δ. Το 2014, υπό τον τίτλο «Ανασκαφική έρευνα, τοπογραφική και αρχιτεκτονική αποτύπωση του αρχαίου θεάτρου της Πλατιάνας» υλοποιήθηκε ομώνυμο έργο από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος – Περιφερειακή Ενότητα Ηλείας, την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ηλείας, και τον Μη Κερδοσκοπικό Οργανισμό «ΔΙΑΖΩΜΑ» (εικ.6-7).
ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΠΛΑΤΙΑΝΑΣ
Το αρχαίο ελληνικό θέατρο, αποτελεί θεσμό της αρχαιοελληνικής πόλης-κράτους, τόπο διδασκαλίας και τέλεσης θεατρικών παραστάσεων, επ’ ευκαιρία των εορτασμών του Διονύσου. Αναπτύχθηκε στα τέλη της αρχαϊκής περιόδου και διαμορφώθηκε πλήρως κατά την κλασική περίοδο -κυρίως στην Αθήνα. Φέρει έναν έντονο θρησκευτικό και μυστηριακό χαρακτήρα κατά τη διαδικασία της γέννησής του, αλλά και έναν εξίσου έντονο κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα κατά την περίοδο της ανάπτυξής του.
Στην αρχαία Ελλάδα θέατρο ονομάζονταν αρχικά το ακροατήριο και αργότερα η ονομασία επικράτησε για τον τόπο των παραστάσεων με το σύνολο των κτισμάτων του.
Η αρχαιότερη μορφή του ελληνικού κοίλου (6ος αι. π.Χ.), της θέσης δηλαδή των θεατών, ήταν ένα σύνολο ξύλινων εδωλίων που τοποθετούνταν γύρω από ένα επίπεδο κυκλικό χώρο, την ορχήστρα, όπου εκτυλισσόταν το δράμα. Στην μετέπειτα εξέλιξη του θεάτρου, όταν τη δράση ανέλαβαν αποκλειστικά οι ηθοποιοί, δημιουργήθηκε η υπερυψωμένη πάνω από την ορχήστρα σκηνή και το προσκήνιο.
Το θέατρο της Πλατιάνας βρίσκεται στο έκτο άνδηρο (VI) της ακρόπολης. Πρόκειται για μικρό θέατρο, κατασκευασμένο από αδροδουλεμένους γωνιόλιθους ντόπιου ασβεστόλιθου. Παρουσιάζει την τριμερή χαρακτηριστική διάρθρωση των ελληνιστικών θεάτρων:
Το θέατρο χρονολογείται σε δύο φάσεις: Το κοίλο χρονολογείται στον 4ο αι. π.Χ, ενώ το σκηνικό οικοδόμημα στον 3ο π.χ. (245 π.Χ.).
Μετά την ολοκλήρωση της μελέτης, ελπίζουμε στη χρηματοδότηση της αποκατάστασης του θεάτρου. Το θέατρο της Πλατιάνας έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς αποτελεί το δεύτερο σωζόμενο μνημείο της συγκεκριμένης κατηγορίας στο Νομό Ηλείας, μετά από αυτό της αρχαίας Ήλιδας. Πέρα όμως από την επιστημονική σπουδαιότητα του μνημείου, η ανάδειξη του ελπίζουμε πως θα μπορέσει να συμβάλλει και στην οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής.
Ολοκληρώνοντας θα ήθελα να αναφέρω ότι το όλο έργο που υλοποιήθηκε το 2014, ήταν αποτέλεσμα της κοινής προσπάθειας πολλών ατόμων τους οποίους και ευχαριστώ για την πολύ καλή συνεργασία που είχαμε, τον πρώην περιφερειακό σύμβουλο κ. Μπουγά, τον νυν περιφερειακό σύμβουλο κ. Κ. Μητρόπουλο, τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων Περιφερειακής Ενότητας Ηλείας κ. Μιχάλη Καλογερόπουλο, τον Προϊστάμενο του Τμήματος Συγκοινωνιακών Έργων κ. Νίκο Μπούλιαρη την πολιτικό μηχανικό κ. Μαρία Μαλεβίτη, τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Διοικητικού Οικονομικού Τμήμα Λογιστικής Διαχείρισης κ. Παναγιώτη Γιαννάκη και την κ. Γ. Παναγιωτοπούλου, τον πρόεδρο του Μη Κερδοσκοπικού Οργανισμού «ΔΙΑΖΩΜΑΤΟΣ» κ. Σταύρο Μπένο, τις πρώην Διευθύντριες της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηλείας κ Ξένη Αραπογιάννη και Γεωργία Χατζή και την νυν Προϊσταμένη κ. Ερωφίλη Κόλλια , τον αρχαιοφύλακα κ. Νίκο Παπαγιώργο τους προέδρους των Πολιτιστικών Συλλόγων Μακίστου και Χρυσοχωρίου κ.Φ. Βλάχο και κ. Π. Κυριακοπούλου, τους αρχαιολόγους Συρμαλή Δοντά και Γιώργο Τσιομήτα, το εργατοτεχνικό προσωπικό της Εφορείας που συμμετείχαν στην ανασκαφική έρευνα, τους πολιτικούς μηχανικούς που συνεργάστηκαν για την υλοποίηση των μελετών κ. Μαρία Μαγνήσαλη, Γιώργο Μασούρα και Θέμη Μπίλη.