Πρόοδος Εργασιών

Γεωφυσικές Έρευνες
Απαλλοτριώσεις
Ανασκαφές
Μελέτες Αποκατάστασης
Εργασίες Αποκατάστασης

Γρήγορη μετάβαση

Αρχαίο θέατρο – στάδιο Θεσσαλονίκης

Περιγραφή
Πολυμέσα
Επιστημονικό δελτίο
Χρηματοδοτήσεις
Τα νέα του θεάτρου

Το θέατρο – στάδιο της Θεσσαλονίκης βρίσκεται στην οδό Απελλού, στην περιοχή της πλατείας Ναβαρίνου. Είναι ένα κτήριο θεαμάτων στο οποίο συνδυάζονται δύο τύποι κτηρίων, του θεάτρου (ως προς τη διαμόρφωση του κοίλου στη μία πλευρά) και του σταδίου (ως προς το μήκος και την ευθύγραμμη διαμόρφωση στις μακριές πλευρές).

Η παρουσία του θεάτρου στη ρωμαϊκή Θεσσαλονίκη είναι μαρτυρημένη σε επιγραφές και γραπτές πηγές. Η πλέον πρώιμη είναι αυτή του Λουκιανού στο γνωστό έργο του Λούκιος ή Όνος. Επιγραφή του έτους 141 μ.Χ. μας πληροφορεί για τη χορηγία ιδιώτη για την οργάνωση αγώνων μονομάχων και κυνηγιών προς τιμήν του αυτοκράτορα. Σε μια άλλη επιγραφή της εποχής των Σεβήρων, χρονολογημένη το 252 μ.Χ., μαρτυρείται διεξαγωγή κλασικών αγωνισμάτων στην πόλη κατά τη διάρκεια της τέταρτης πυθιάδας.

Στις αρχές της δεκαετίας του ΄90, σε δύο οικόπεδα στην οδό Απελλού, ανασκάφτηκε το καμπύλο τμήμα ενός θεάτρου, το πλάτος του οποίου υπολογίζεται σε 100 μ. Ήλθε στο φως μια εξωτερική πεσσοστοιχία και ο εξωτερικός δακτύλιος πάνω στον οποίο εδράζονταν οι τελευταίες σειρές των κερκίδων. Στο μέσον του πλάτους του καμπύλου τοίχου, που φθάνει τα 3,5 μ., διαμορφώνεται κλιμακοστάσιο με δύο συμμετρικά σκέλη ως προς τον άξονα μιας ημικυλινδρικής καμάρας, η οποία γεφυρώνει μεγάλο πλατύσκαλο. Το τμήμα αυτό με τις συμμετρικές κλίμακες και την είσοδο ανάμεσά τους αποτελεί τυπικό δείγμα προσπέλασης στο θέατρο από δευτερεύουσες θέσεις περιμετρικά του κοίλου.

Κάθετα σε αυτόν τον άξονα, και σε απόσταση από τον εξωτερικό δακτύλιο του θεάτρου, αποκαλύφθηκε ισχυρός τοίχος, ύψους 5 μ.,. ο οποίος αποτελούσε τον περίβολο του κτηρίου. Το τμήμα του κτηρίου, που ήλθε στο φως στα δύο οικόπεδα, αποτελεί μέρος μόνο ενός τεράστιου κτηρίου θεαμάτων, του μεγαλύτερου στην πόλη της Θεσσαλονίκης μετά τον υστερορωμαϊκό ιππόδρομο και πολύ πρωιμότερου από το ανάκτορο του Γαλερίου στα ανατολικά του.

Το τμήμα του κτηρίου, που βρέθηκε χωροθετημένο στο νοτιοανατολικό άκρο της πόλης ταυτίστηκε με το γνωστό από τις πηγές θέατρο-στάδιο. Η διάρκεια ζωής του θεάτρου-σταδίου υπολογίζεται γύρω στους τρεις αιώνες, από τα τέλη του 1ου αιώνα μ.Χ. μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ. Σε αυτό το χρονικό διάστημα δέχτηκε αρκετές επεμβάσεις, η σημαντικότερη από τις οποίες μπορεί να θεωρηθεί εκείνη που σχετίζεται με τον εξωραϊσμό του κτηρίου με την προσθήκη πλινθόκτιστων πεσσών και μαρμάρινων κιόνων περιμετρικά του εξωτερικού δακτυλίου. Η επέμβαση αυτή ίσως σχετίζεται με την ανέγερση του ανακτορικού συγκροτήματος του Γαλερίου ανατολικότερα, σε μια προσπάθεια του αρχιτέκτονα για άμεση προσπέλαση από το ανάκτορο στο κοίλο του θεάτρου, από όπου ο Γαλέριος θα απολάμβανε τα ρωμαϊκά θεάματα.

Το θέατρο-στάδιο της Θεσσαλονίκης παραμένει προς το παρόν ασυντήρητο, καλυμμένο με άμμο για προσωρινή προστασία, μέχρι να εγκριθεί και να υλοποιηθεί η μελέτη ανάδειξής του.

Σχετίζεται το θέατρο-στάδιο με το μαρτύριο του Αγ. Δημητρίου;

Η ανεύρεση αυτού του μεγάλου κτηρίου θεαμάτων επανέφερε στο προσκήνιο θέματα ιδιαίτερης σπουδαιότητας για την ιστορία και την τοπογραφία της Θεσσαλονίκης. Με το χώρο και το κτήριο αυτό θα πρέπει να συνδέονται άμεσα τα γεγονότα που αφορούν τη διδασκαλία, τη σύλληψη και το μαρτύριο του Αγ. Δημητρίου, του πολιούχου αγίου της Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με έναν από τους βίους του Αγ. Δημητρίου, το μαρτύριό του διαδραματίστηκε σε φυλακή κοντά στο ανάκτορο, στα υπόγεια ενός λουτρού. Οι πληροφορίες αυτές ταιριάζουν πολύ καλά με την ύπαρξη ενός μεγάλου συγκροτήματος θερμών που ανασκάφτηκε σε οικόπεδα της οδού Μακένζυ Κιγκ, νότια της πεντάκλιτης βασιλικής, στη θέση της Αγίας Σοφίας, δυτικά του σταδίου, και σε άμεση γειτνίαση με αυτό, καθώς και με τις υπόγειες στοές όπου σήμερα βρίσκεται το αγίασμα του Αγ. Ιωάννη.

Στους μαρμάρινους κίονες μιας μεγάλης αίθουσας αυτού του λουτρού βρέθηκαν χαραγμένοι σταυροί, γεγονός που υποδηλώνει τον καθαγιασμό του χώρου από χριστιανούς της εποχής εκείνης. Αν λοιπόν αυτός είναι ο χώρος του λουτρού, όπου φυλακίστηκε ο Αγ. Δημήτριος, εκεί θα πρέπει να κατέφυγε ο μαθητής του Νέστωρ για να ευλογηθεί από τον άγιο πριν από την πάλη του στο στάδιο με τον ειδωλολάτρη Λυαίο. Αμέσως μετά τη νίκη του Νέστορα, στον άνισο αγώνα μπροστά στον Γαλέριο Μάξιμο μέσα στο κατάμεστο στάδιο, ακολούθησε, όπως παραδίδουν οι πηγές, το μαρτύριο του Δημητρίου, αφού θεωρήθηκε υπαίτιος της ήττας του ειδωλολάτρη μονομάχου, που είχε την εύνοια του αυτοκράτορα.

Ο καθαγιασμός του λουτρού, νότια της Αγ. Σοφίας, η πίστη για την ύπαρξη αγιάσματος στις υπόγειες στοές του Αγ. Ιωάννη, η πεντάκλιτη βασιλική, δηλαδή η «εκκλησία η εν τω σταδίω», γύρω από εκείνη την περιοχή μιλούν από μόνα τους για την ιερότητα του χώρου και την απήχηση που είχε στους Θεσσαλονικείς. Ένας χώρος που δεν υστερούσε σε θρησκευτική σημασία από εκείνον της βασιλικής του Αγ. Δημητρίου, όπου θα μεταφέρθηκε κρυφά, μακριά από τον τόπο του μαρτυρίου του, και θα ενταφιάστηκε αμέσως μετά ο θανατωθείς Δημήτριος από τους ομοθρήσκους του χριστιανούς.

Στους δύο αυτούς απομακρυσμένους μεταξύ τους τόπους, του μαρτυρίου και της ταφής, κτίστηκαν κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο οι δύο μεγαλύτεροι ναοί της Θεσσαλονίκης αλλά και ολόκληρης της Μακεδονίας: δύο πεντάκλιτες βασιλικές, μία στο ορεινό τμήμα της πόλης, εκεί που βρίσκεται σήμερα, και μία στο πεδινό. Η τελευταία καταστράφηκε σχετικά νωρίς, ίσως από φυσικά αίτια, για να αντικατασταθεί από έναν μικρότερο ναό, το ναό της Αγ. Σοφίας που κατέλαβε το μισό δυτικό της τμήμα.

Ο Συμεών, ο επίσκοπος της Θεσσαλονίκης, περιγράφει πολύ παραστατικά, σε γνωστό κώδικα της Εθνικής Βιβλιοθήκης Αθηνών, μια τελετή που γινόταν την παραμονή της γιορτής του Αγ. Δημητρίου και σχετίζεται με τη λατρεία του. Πληροφορίες για την ίδια τελετή αντλούμε επίσης και από δύο πανηγυρικούς λόγους που εκφώνησαν δύο εξέχουσες φυσιογνωμίες του 14ου αιώνα, ο Γρηγόριος Παλαμάς και ο Κωνσταντίνος Αρμενόπουλος. Τα τρία αυτά κείμενα συμφωνούν απόλυτα μεταξύ τους στο ότι η πομπή άρχιζε από μια, μικρή σχετικά, εκκλησία και κατέληγε στο ναό του Αγ. Δημητρίου, αναπαριστώντας την αρχή και την τελείωση του μαρτυρίου.

Η ιερότητα του χώρου γύρω από την Αγ. Σοφία, η σχέση του με το μαρτύριο του Αγ. Δημητρίου και η λειτουργία του ασύλου στην περιοχή είναι σημαντικοί λόγοι για να αναζητήσει κανείς την Παναγία την Καταφυγή πολύ κοντά στην εκκλησία της Αγ. Σοφίας, στον αυλόγυρο του άλλοτε μητροπολιτικού ναού, ίσως στο εναπομείναν τμήμα της παλαιότερης βασιλικής, το οποίο οι Θεσσαλονικείς φρόντιζαν να διατηρούν ως αναπόσπαστο στοιχείο τοπικής λατρείας. Εξάλλου, ο κλήρος της Αγ. Σοφίας κατείχε εξέχουσα θέση στην τελετή της πομπής αυτής, που άρχιζε από τον διπλανό ναό της Καταφυγής, στον τόπο δηλαδή θανάτου του Αγ. Δημητρίου, για να καταλήξει «δια της λεωφόρου» στο μέρος όπου είχε ταφεί ο άγιος και όπου τελικά ιδρύθηκε η πεντάκλιτη βασιλική και παρέμεινε ως η μεγαλύτερη εκκλησία της πόλης κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο.

Γιώργος Βελένης και Πολυξένη Αδάμ-Βελένη
Αρχιτέκτονες, Αρχαιολόγοι

Ονομασία Μνημείου

Θέατρο – στάδιο Θεσσαλονίκης

Κατηγορία

Θέατρο

Σύντομη περιγραφή

Ανασκάφτηκε καμπύλος τοίχος πλάτους 3, 5 μ. Στο μέσον του πλάτους του καμπύλου τοίχου διαμορφώνεται κλιμακοστάσιο με δύο συμμετρικά σκέλη ως προς τον άξονα μιας ημικυλινδρικής καμάρας. Το τμήμα αυτό με τις συμμετρικές κλίμακες και την είσοδο ανάμεσά τους αποτελεί τυπικό δείγμα προσπέλασης στο θέατρο από δευτερεύουσες θέσεις περιμετρικά του κοίλου. Στα ανατολικά του καμπύλου τοίχου, ο οποίος αποτελεί το κοίλον του θεάτρου, διασώθηκε εξωτερική πεσσοστοιχία και ο εξωτερικός δακτύλιος πάνω στον οποίο εδράζονταν οι τελευταίες σειρές των κερκίδων.

Εικόνες - Σχέδια

βλ. φωτοθήκη

Τεκμηρίωση - Βιβλιογραφία

1. Γ. Βελένης Π. Αδάμ-Βελένη, Ρωμαϊκό θέατρο στη Θεσσαλονίκη, ΑΕΜΘ 3, 1989, 241-256.
2. G.Velenis- P. Adam Veleni, The Theater-Stadium of Thessaloniki, Simposio International de Universidad de Granada “La Religion en el Mundo Griego, De la Antiguedad a la Grecia Moderna”, Granada 1992, 249-262.

3. Γ. Βελένης, Π. Αδάμ-Βελένη, Το θέατρο-στάδιο στη Θεσσαλονίκη, Αρχαιολογία, 46, Μάρτιος 1993, 69-75.

4. Π. Αδάμ Βελένη, Θεσσαλονίκη νεράιδα, βασίλισσα, γοργόνα, αρχαιολογική περιδιάβαση από τους προϊστορικούς μέχρι τους ρωμαϊκούς χρόνους, Θεσσαλονίκη 2001, 93-96.

5. Π. Αδάμ Βελένη, Ιστορία και πολεοδομία στο Δ. Γραμμένος (εκδ), Ρωμαϊκή Θεσσαλονίκη, οδηγός της περιοδικής έκθεσης, Θεσσαλονίκη 2002, 147-150.

6. Π. Αδάμ Βελένη, Ελληνιστική και ρωμαϊκή Θεσσαλονίκη στη συλλογική έκδοση Θεσσαλονίκης Χαρτογραφία, Θεσσαλονίκη 2008.

7. Π. Αδάμ Βελένη, Μακεδονία Θεσσαλονίκη, μέσα από τις συλλογές του Αρχαιολογικού Μουσείου, οδηγός των μόνιμων εκθέσεων, υπό εκτύπωση στο ΤΑΠΑ (κυκλοφορία το καλοκαίρι του 2009).

Θέση

Οδός Απελλού 6 και 8, περιοχή πλατείας Ναβαρίνου.

Χρονολόγηση

1ος αιώνας-4ος αιώνας μ.Χ.

Γενική περιγραφή Μνημείου

Στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 σε δύο οικόπεδα στην οδό Απελλού ανασκάφτηκε το καμπύλο τμήμα ενός θεάτρου, το πλάτος του οποίου υπολογίζεται σε 100μ. Ήλθε στο φως μια εξωτερική πεσσοστοιχία και ο εξωτερικός δακτύλιος πάνω στον οποίο εδράζονταν οι τελευταίες σειρές των κερκίδων. Στο μέσον του πλάτους του καμπύλου τοίχου, που φθάνει τα 3,5μ, διαμορφώνεται κλιμακοστάσιο με δύο συμμετρικά σκέλη ως προς τον άξονα μιας ημικυλινδρικής καμάρας, η οποία γεφυρώνει μεγάλο πλατύσκαλο. Το τμήμα αυτό με τις συμμετρικές κλίμακες και την είσοδο ανάμεσά τους αποτελεί τυπικό δείγμα προσπέλασης στο θέατρο από δευτερεύουσες θέσεις περιμετρικά του κοίλου. Κάθετα σε αυτόν τον άξονα, και σε απόσταση από τον εξωτερικό δακτύλιο του θεάτρου, αποκαλύφθηκε ισχυρός τοίχος, ύψους 5μ,. ο οποίος αποτελούσε τον περίβολο του κτηρίου. Το τμήμα του κτηρίου, που ήλθε στο φως στα δύο οικόπεδα, αποτελεί μέρος μόνο ενός τεράστιου κτηρίου θεαμάτων, του μεγαλύτερου στην πόλη της Θεσσαλονίκης μετά τον υστερορωμαϊκό ιππόδρομο και πολύ πρωιμότερου από το ανάκτορο του Γαλερίου στα ανατολικά του. Η παρουσία του θεάτρου στη ρωμαϊκή Θεσσαλονίκη είναι μαρτυρημένη σε επιγραφές και γραπτές πηγές. Πρωιμότερη απ΄όλες είναι αυτή του Λουκιανού στο γνωστό έργο του Λούκιος ή Όνος. Επιγραφή του έτους 141 μ.Χ. μας πληροφορεί για τη χορηγία ιδιώτη για την οργάνωση μονομαχικών αγώνων και κυνηγιών προς τιμήν του αυτοκράτορα. Σε μια άλλη επιγραφή της εποχής των Σεβήρων, χρονολογημένη το 252 μ.Χ., μαρτυρείται διεξαγωγή κλασικών αγωνισμάτων κατά τη διάρκεια της τέταρτης πυθιάδας στην πόλη. Το τμήμα του κτηρίου, που βρέθηκε χωροθετημένο στο νοτιοανατολικό άκρο της πόλης ταυτίστηκε με το γνωστό από τις πηγές θέατρο στάδιο. Η διάρκεια ζωής του θεάτρου σταδίου υπολογίζεται γύρω στους τρεις αιώνες από τα τέλη του 1ου αι. μ.Χ. μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ. Στο χρονικό αυτό διάστημα δέχτηκε αρκετές επεμβάσεις, η σημαντικότερη από τις οποίες μπορεί να θεωρηθεί εκείνη που σχετίζεται με τον εξωραϊσμό του κτηρίου με την προσθήκη πλινθόκτιστων πεσσών και μαρμάρινων κιόνων περιμετρικά του εξωτερικού δακτυλίου. Η επέμβαση αυτή ίσως σχετίζεται με την ανέγερση του ανακτορικού συγκροτήματος του Γαλερίου ανατολικότερα, σε μια προσπάθεια του αρχιτέκτονα για άμεση προσπέλαση από το ανάκτορο στο κοίλο του θεάτρου, από όπου ο Γαλέριος θα απολάμβανε τα ρωμαϊκά θεάματα.

Υπάρχουσα κατάσταση

Ασυντήρητο, καλυμμένο με άμμο για προσωρινή προστασία, μέχρι να εγκριθεί και να υλοποιηθεί η μελέτη ανάδειξής του, η οποία προτάθηκε από τη ΙΣΤ’ ΕΠΚΑ για ένταξη του έργου στο ΕΣΠΑ.

Έρευνες - Επεμβάσεις

Δεν έγινε καμία επέμβαση, εκτός από την κάλυψή του με άμμο για προστασία του μέχρι να αρχίσουν οι εργασίες ανάδειξής του.

Επιτρεπόμενες χρήσεις

Δεν είναι σε χρήση προς το παρόν. Εφόσον υλοποιηθεί η μελέτη θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για εκπαιδευτικά προγράμματα, μικρές μουσικές εκδηλώσεις και διαλέξεις.

Ιστορικό σύγχρονων χρήσεων

Δεν υπάρχουν σύγχρονες χρήσεις.

Πρόσθετες πληροφορίες

Είναι ένα από τα πιο σημαντικά κτήρια της ρωμαϊκής Θεσσαλονίκης, μαρτυρημένο σε πηγές, το οποίο η έρευνα ανζητούσε εδώ και πολλές δεκαετίες. Σχετίζεται με το μαρτύριο του Αγ. Δημητρίου. Η ανεύρεση αυτού του μεγάλου κτηρίου θεαμάτων επανέφερε στο προσκήνιο θέματα ιδιαίτερης σπουδαιότητας για την ιστορία και την τοπογραφία της Θεσσαλονίκης. Με το χώρο και το κτήριο αυτό θα πρέπει να συνδέονται άμεσα τα γεγονότα που αφορούν τη διδασκαλία, τη σύλληψη και το μαρτύριο του Αγ. Δημητρίου, του πολιούχου αγίου της Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με έναν από τους βίους του Αγ. Δημητρίου, το μαρτύριό του διαδραματίστηκε σε φυλακή κοντά στο ανάκτορο, στα υπόγεια ενός λουτρού. Οι πληροφορίες αυτές ταιριάζουν πολύ καλά με την ύπαρξη ενός μεγάλου συγκροτήματος θερμών που ανασκάφτηκε σε οικόπεδα της οδού Μακένζυ Κιγκ, νότια της πεντάκλιτης βασιλικής, στη θέση της Αγίας Σοφίας, δυτικά του σταδίου, και σε άμεση γειτνίαση με αυτό, καθώς και με τις υπόγειες στοές όπου σήμερα βρίσκεται το αγίασμα του Αγ. Ιωάννη. Στους μαρμάρινους κίονες μιας μεγάλης αίθουσας αυτού του λουτρού βρέθηκαν χαραγμένοι σταυροί, γεγονός που υποδηλώνει τον καθαγιασμό του χώρου από χριστιανούς της εποχής εκείνης. Αν λοιπόν αυτός είναι ο χώρος του λουτρού, όπου φυλακίστηκε ο Αγ. Δημήτριος, εκεί θα πρέπει να κατέφυγε ο μαθητής του Νέστωρ για να ευλογηθεί από τον άγιο πριν από την πάλη του στο στάδιο με τον ειδωλολάτρη Λυαίο. Αμέσως μετά τη νίκη του Νέστορα, στον άνισο αγώνα μπροστά στον Γαλέριο Μάξιμο, μέσα στο κατάμεστο πλήθος, ακολούθησε, όπως παραδίδουν οι πηγές, το μαρτύριο του Δημητρίου, αφού θεωρήθηκε υπαίτιος της ήττας του ειδωλολάτρη μονομάχου, που είχε την εύνοια του αυτοκράτορα. Ο καθαγιασμός του λουτρού, νότια της Αγ. Σοφίας, η πίστη για την ύπαρξη αγιάσματος στις υπόγειες στοές του Αγ. Ιωάννη, η πεντάκλιτη βασιλική, δηλαδή η «εκκλησία η εν τω σταδίω», γύρω από εκείνη την περιοχή μιλούν από μόνα τους για την ιερότητα του χώρου και την απήχηση που είχε στους Θεσσαλονικείς. Ένας χώρος που δεν υστερούσε σε θρησκευτική σημασία από εκείνον της βασιλικής του Αγ. Δημητρίου, όπου θα μεταφέρθηκε κρυφά, μακριά από τον τόπο του μαρτυρίου του, και θα ενταφιάστηκε αμέσως μετά ο θανατωθείς Δημήτριος από τους ομοθρήσκους του χριστιανούς. Στους δύο αυτούς απομακρυσμένους μεταξύ τους τόπους, του μαρτυρίου και της ταφής, κτίστηκαν κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο οι δύο μεγαλύτεροι ναοί της Θεσσαλονίκης αλλά και της Μακεδονίας ολόκληρης: δύο πεντάκλιτες βασιλικές, μία στο ορεινό τμήμα της πόλης, εκεί που βρίσκεται σήμερα, και μία στο πεδινό. Η τελευταία καταστράφηκε σχετικά νωρίς, ίσως από φυσικά αίτια, για να αντικατασταθεί από έναν μικρότερο ναό, το ναό της Αγ. Σοφίας καταλαμβάνοντας το μισό δυτικό της τμήμα. Ο Συμεών, ο επίσκοπος της Θεσσαλονίκης, περιγράφει πολύ παραστατικά, σε γνωστό κώδικα της Εθνικής Βιβλιοθήκης Αθηνών, μια τελετή που γινόταν την παραμονή της γιορτής του Αγ. Δημητρίου και σχετίζεται με τη λατρεία του. Πληροφορίες για την ίδια τελετή αντλούμε επίσης και από δύο πανηγυρικούς λόγους που εκφώνησαν δύο εξέχουσες φυσιογνωμίες του 14ου αιώνα, ο Γρηγόριος Παλαμάς και ο Κωνσταντίνος Αρμενόπουλος. Τα τρία αυτά κείμενα συμφωνούν απόλυτα μεταξύ τους στο ότι η πομπή άρχιζε από μια, μικρή σχετικά, εκκλησία και κατέληγε στο ναό του Αγ. Δημητρίου, αναπαριστώντας την αρχή και την τελείωση του μαρτυρίου. Ο Στ. Πελεκίδης με αφορμή το κείμενο του Συμεών θεώρησε ως σημείο εκκίνησης τη βασιλική της Αχειροποιήτου. Ο Α. Ξυγγόπουλος αναζήτησε την εκκλησία αυτή στο κέντρο της πόλης, κοντά στη ρωμαϊκή αγορά. Ωστόσο η άποψη του Πελεκίδη φαίνεται να ισχυροποιείται με τα νέα ανασκαφικά δεδομένα. Φαίνεται λοιπόν πολύ λογική η σκέψη του ότι η Καταφυγή θα πρέπει να βρίσκεται πολύ κοντά στο ναό της Αγ. Σοφίας. Γνωρίζουμε καλά ότι ο τελευταίος, ή και κάποιος άλλος ναός εκεί κοντά, αποτελούσε άσυλο για τους Θεσσαλονικείς στα βυζαντινά χρόνια. Ένας ναός όπου μπορούσε κανείς να καταφύγει για να αποφύγει την οργή της στιγμής. Η ιερότητα του χώρου γύρω από την Αγ. Σοφία, η σχέση του με το μαρτύριο του Αγ. Δημητρίου και η λειτουργία του ασύλου στην περιοχή είναι σημαντικοί λόγοι για να αναζητήσει κανείς την Παναγία την Καταφυγή πολύ κοντά στην εκκλησία της Αγ. Σοφίας στον αυλόγυρο του άλλοτε μητροπολιτικού ναού, ίσως στο εναπομείναν τμήμα της παλαιότερης βασιλικής, το οποίο οι Θεσσαλονικείς φρόντιζαν να διατηρούν ως αναπόσπαστο στοιχείο τοπικής λατρείας. Εξάλλου, ο κλήρος της Αγ. Σοφίας κατείχε εξέχουσα θέση στην τελετή της πομπής αυτής, που άρχιζε από τον διπλανό ναό της Καταφυγής, στον τόπο δηλαδή θανάτου του Αγ. Δημητρίου, για να καταλήξει «δια της λεωφόρου» στο μέρος όπου είχε ταφεί ο άγιος και όπου τελικά ιδρύθηκε η πεντάκλιτη βασιλική και παρέμεινε ως η μεγαλύτερη εκκλησία της πόλης κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο. Η ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΣΤΑΔΙΟΥ Το κεντρικό τμήμα του θεάτρου σταδίου στη Θεσσαλονίκη, με το καμπύλο τμήμα, που αποδεικνύει ότι πρόκειται για θεατρικό κτήριο, σώθηκε και απαλλοτριώθηκε χάρη στην σθεναρή αντίσταση των αρχαιολόγων της ΙΣΤ’ ΕΠΚΑ, στην υποστήριξη μερίδας του τύπου και ενός ραδιοφωνικού σταθμού («Παρατηρητής») και χάρη στις περίπου 17.000 υπογραφές πολιτών της Θεσσαλονίκης που κατατέθηκαν στην επανεξέταση της υπόθεσης στο ΚΑΣ. Η ιστορία έχει εν συντομία ως εξής: Το πρώτο οικόπεδο στην οδό Απελλού 8 και Αλ. Σβώλου γωνία ανασκάφτηκε κατά το 1986-7. Τότε έγινε αντιληπτό ότι πρόκειται για ένα εξαιρετικά σημαντικό κτήριο, αλλά δεν ταυτίστηκε η χρήση του εξαρχής. Επειδή επρόκειτο η ίδια ομάδα εργολαβίας να αναλάβει και το δεύτερο οικόπεδο στην οδό Απελλού 6 η ΙΣΤ’ Εφορεία πρότεινε να ανασκαφτεί και το δεύτερο και έπειτα να ληφθεί απόφαση για την τύχη και των δύο οικοπέδων συνολικά. Ο επικεφαλής μηχανικός δεν αποδέχτηκε την πρόταση και έτσι οι αρχαιότητες καταχώθηκαν και εν μέρει καταστράφηκαν, σε όσο ύψος περίσσευαν και «εμπόδιζαν» τη συνεχή κοιτόστρωση, τρόπος θεμελίωσης που είχε προγραμματιστεί για την οικοδομή. Ο μηχανικός καταδικάστηκε πρωτοδίκως σε εξάμηνη φυλάκιση για την καταστροφή. Το 1989-90 ανασκάφτηκε και το δεύτερο οικόπεδο στην οδό Απελλού 6. Τότε βρέθηκε το κεντρικό καμπύλο τμήμα του θεάτρου με τις δύο κλίμακες και έγινε αντιληπτό ότι είχε βρεθεί το επί αιώνες αναζητούμενο θέατρο-στάδιο της Θεσσαλονίκης. Η ΙΣΤ’ πρότεινε απαλλοτρίωση του οικοπέδου η οποία έγινε αποδεκτή από το ΚΑΣ και βγήκε σχετική υπουργική απόφαση την άνοιξη του 1992. Ωστόσο, το καλοκαίρι του 1992 το θέμα επανεισάγεται στο ΚΑΣ, χωρίς να ενημερωθεί και να εισηγηθεί εκ νέου η Εφορεία και η απόφαση απαλλοτρίωσης μετατρέπεται σε απόφαση κατάχωσης. Τον Σεπτέμβριο του 1992 ενόψει της κατάχωσης των αρχαιοτήτων αρχαιολόγοι της ΙΣΤ’ ΕΠΚΑ εισήλθαν στο οικόπεδο, με επικεφαλής την ανασκαφέα Π. Βελένη, και με κάλυψη από την τότε διευθύντρια Ιουλία Βοκοτοπούλου, προκειμένου να εμποδίσουν την κατάχωση του οικοπέδου. Ακολουθεί ένα εξάμηνο διαρκών αγώνων προκειμένου να πειστεί η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟ για μετατροπή της απόφασης κατάχωσης και πάλι σε απόφαση απαλλοτρίωσης, πράγμα το οποίο επιτυγχάνεται τελικά τον Μάρτιο του 1993, μετά από μεγάλη ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για τη διάσωση ενός σπουδαιότατου μνημείου. Η διαδικασία απαλλοτρίωσης έχει εδώ και λίγα χρόνια αποπερατωθεί, το οικόπεδο έχει αποπληρωθεί και έχει περιέλθει πλέον στο Ελληνικό Δημόσιο. Ωστόσο, μέχρι να ολοκληρωθεί όλη αυτή η μακρόχρονη διαδικασία το οικόπεδο παρέμεινε μέχρι σήμερα καλυμμένο με άμμο, προκειμένου να προστατευτεί, ενέργεια η οποία στέρησε από τους πολίτες και τους επιστήμονες τη δυνατότητα να επισκεφτούν ένα ιστορικό μνημείο και έδωσε τη δυνατότητα σε ορισμένους να αμφισβητήσουν την αξία των αγώνων για τη σωτηρία του. Η ένταξή του στο ΕΣΠΑ μετά από τη μελέτη διαμόρφωσης που έχει συνταχθεί από την ΙΣΤ΄ΕΠΚΑ και η υλοποίησή της θα δώσει στο σημαντικότατο αυτό μνημείο τη θέση που του αρμόζει στην πόλη.

Πνευματικά δικαιώματα

Γιώργος Βελένης και Πολυξένη Αδάμ-Βελένη.

Δικαιοδοσία

ΙΣΤ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης.

Γεωγραφικό πλάτος

40.631233°

Γεωγραφικό μήκος

22.949291°

Υψόμετρο
0