Γρήγορη μετάβαση

Συναυλία, masterclasses και βραβεία Αγοράς στο Evia Film Project

Πηγή: parallaximag.gr

Evia Film Project // 15-19 Ιουνίου 2022

Με μια απίστευτη, γεμάτη ενέργεια συναυλία του Κωστή Μαραβέγια και φίλων του, τα βραβεία της Αγοράς και τα masterclasses του Γιώργου Φρέντζου και του Γκίντιον Μέντελ συνεχίστηκε το Evia Film Project.

Masterclass με τον διευθυντή φωτογραφίας Γιώργο Φρέντζο

Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Evia Film Project, ο καταξιωμένος διευθυντής φωτογραφίας Γιώργος Φρέντζος παρέδωσε masterclass το Σάββατο 18 Ιουνίου, στην Αγία Άννα, με τίτλο «Οι αλλαγές στον κινηματογράφο μέσα από την εξέλιξη της τεχνολογίας: τι κερδίζουμε και τι χάνουμε». Αρχικά, ο κ. Φρέντζος ευχαρίστησε θερμά το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για τη διοργάνωση του Evia Film Project, ενώ αμέσως μετά πρόβαλε σύντομα αποσπάσματα από τις ταινίες Ονειρεύομαι τους φίλους μου (1993) του Νίκου Παναγιωτόπουλου, Όλα είναι δρόμος (1998) του Παντελή Βούλγαρη, J.A.C.E. (2012) του Μενέλαου Καραμαγγιώλη, Λευκό Σεντόνι (2014) της Σόνια Λίζα Κέντερμαν, καθώς και τις μικρού μήκους ταινίες Φράγμα (2017) του Γιώργου Τελτζίδη και Στο δωμάτιο (2019) της Γεωργίας Σωτήρχου.

«Επέλεξα να σας συστηθώ μέσα από τη δουλειά μου, γιατί εμείς οι διευθυντές φωτογραφίας μιλάμε καλύτερα μέσα από τις εικόνες παρά με τα λόγια. Παρεμπιπτόντως, ανάμεσα στους δύο όρους που χρησιμοποιούνται για το επάγγελμά μας, το “διευθυντής φωτογραφίας” και το “κινηματογραφιστής”, μάλλον προτιμώ τον δεύτερο γιατί αποτυπώνει με μεγαλύτερη ακρίβεια αυτό που κάνουμε σε μια ταινία. Όπως και να μας αποκαλέσει κανείς, πάντως, αν έπρεπε να περιγράψω τη δουλειά μας θα έλεγα ότι χρησιμοποιούμε τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας, τους φακούς, την κάμερα και τα φώτα, προκειμένου να αποτυπώσουμε σε φιλμ ή σε ψηφιακό μέσο, το σενάριο μιας ταινίας και να υλοποιήσουμε το σκηνοθετικό όραμα. Ένας από τους διασημότερους διευθυντές φωτογραφίας στην ιστορία του σινεμά, ο Ιταλός Βιτόριο Στοράρο, υποστηρίζει πως οι διευθυντές φωτογραφίας “γράφουν με φως”. Υπό αυτή την έννοια, λοιπόν, ο διευθυντής φωτογραφίας και ο σκηνοθέτες διατηρούν μια άμεση και στενή συνεργασία τόσο στη διάρκεια του γυρίσματος όσο και στο post-production. Eίμαι βαθιά συγκινημένος που ανάμεσα στο κοινό βρίσκονται φοιτητές από το Τμήμα Ψηφιακών Τεχνών και Κινηματογράφου, με έδρα τα Ψαχνά, καθότι όχι απλώς κατάγομαι από την Εύβοια, αλλά τα Ψαχνά είναι ο τόπος όπου γεννήθηκα. Προτού υπεισέλθω σε πιο τεχνικές λεπτομέρειες, ο πιο απλός τρόπος για να παινέψω το επάγγελμά μας είναι να σας εξομολογηθώ ότι κάθε νέα δουλειά είναι μια ολότελα νέα εμπειρία. Κάθε φορά, τα πάντα είναι καινούργια. Όχι μόνο κάθε ταινία είναι διαφορετική από όλες τις άλλες, αλλά και κάθε λήψη είναι μοναδική και κατά κυριολεξία ανεπανάληπτη».

Στη συνέχεια, ο Γιώργος Φρέντζος έκανε λόγο για τη μεγαλύτερη επανάσταση που έχει σημαδέψει τη διεύθυνση φωτογραφίας, τη μετάβαση από την αναλογική στην ψηφιακή εποχή, επισημαίνοντας πως η πιο σημαντική θετική εξέλιξη από αυτή την κοσμογονική αλλαγή εντοπίζεται στον κερδισμένο χρόνο και στην ταχύτητα. «Στην εποχή μας, μια απλή εφαρμογή στο κινητό μπορεί να σου δείξει πώς διαμορφώνεται η εικόνα ανάλογα με το πώς μετατοπίζεται και αυξομειώνεται το ηλιακό φως. Επομένως, είσαι σε θέση να επιλέξεις με ακρίβεια ποια ώρα και στιγμή της ημέρας θέλεις να γυρίσεις μια συγκεκριμένη σκηνή. Ένα ακόμη παράδειγμα είναι το πόσο ξεπερασμένο πλέον είναι το director’s viewfinder, το γνωστό μας βιζέρ, που συναντούσε κανείς στις παλιές κάμερες, το οποίο λειτουργούσε ως εξομοιωτής του aspect ratio, του φορμά δηλαδή της ταινίας. Πλέον, μια εφαρμογή μπορεί να σου υποδείξει, όποια κάμερα και όποιον φακό κι αν χρησιμοποιήσεις, τι θα βλέπει ο φακός σου και πώς θα βγει το κάδρο σου», εξήγησε χαρακτηριστικά.

Προχωρώντας στο κυρίως στάδιο της παραγωγής, ο Γιώργος Φρέντζος ανέλυσε τους τρόπους με τους οποίους η διαδικασία έχει επιταχυνθεί σε αφάνταστο βαθμό. «Από το φιλμ έχουμε περάσει σε έναν σένσορα που κινηματογραφεί και αποτυπώνει το σενάριο. Παλαιότερα, το νεγκατίφ ενός φιλμ πήγαινε σε ένα εργαστήριο επεξεργασίας, όπου τυπωνόταν μια κόπια εργασία σε ποζιτίφ, την οποία θα χρησιμοποιούσε ο μοντέρ. Έπειτα, γινόταν κοπή στο νεγκατίφ, στη συνέχεια νέο τύπωμα κόπιας, ακολουθούσε το εταλονάζ, δηλαδή διορθώσεις στρώματος και φωτεινότητας, μέχρι να φτάσουμε στην τελική κόπια. Προφανώς, δεν υπήρχε τότε το DCP. Όλη αυτή η διαδικασία γινόταν μέχρι να έρθει στη ζωή μας η ψηφιακή τεχνολογία», ανέφερε σχετικά. Σε εκείνο το σημείο, ο κ. Φρέντζος έκανε μια αναδρομή μέσα από διαφάνειες και εικόνες στις κυριότερες μηχανές λήψης που έχουν χρησιμοποιηθεί στην Ελλάδα, από τις ογκώδεις κάμερες της δεκαετίας του ’70 μέχρι τις μικροσκοπικές ψηφιακές κάμερες του σήμερα, αναλύοντας και εξηγώντας τα πλεονεκτήματα, τα μειονεκτήματα και τις προσωπικές του εμπειρίες από το κάθε μοντέλο.

Παρά τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, όμως, ο κ. Φρέντζος θεωρεί πως το φιλμ δεν έχει πεθάνει ακόμη. «Σκεφτείτε πως κυκλοφορούν ψηφιακές κάμερες που διαφημίζουν πως μπορούν να πετύχουν film look, καθότι η ψηφιακή τεχνολογία δεν μπορεί να πετύχει τις λεπτομέρειες που εξασφαλίζει η χημική σύνθεση του φιλμ. Παλαιότερα, ένα ρολ από 35άρι φιλμ, μήκους 122 μέτρων, αντιστοιχούσε σε 4,5 λεπτά, ενώ ένα αντίστοιχο ρολ σε 16άρι φιλμ ισοδυναμούσε με 11,5 λεπτά, χώρια που το φιλμ ήταν ακριβό. Τώρα, μπορείς να γράφεις όσο θέλεις και να αποθηκεύεις το υλικό σου σε μια ψηφιακή κάρτα, γεγονός που διευκολύνει, μεταξύ πολλών άλλων, να γυρίσει κανείς μονοπλάνα. Μια άλλη κομβική αλλαγή είναι ότι παλαιότερα μόνο ο οπερατέρ έβλεπε τι τραβούσε η κάμερα. Στην πορεία, προέκυψαν μοντέλα όπου μια μικρή καμερούλα “έκλεβε” εικόνα, την οποία μετάφερε στο μόνιτορ. Γνώμη μου είναι, πάντως, ότι θα πρέπει να διατηρήσουμε την αυστηρότητα που χαρακτήριζε το φιλμ, ακόμη και αν δεν το χρησιμοποιούμε. Η ψηφιακή ευκολία επιφέρει και μια χαλαρότητα στο γύρισμα, με επιπτώσεις στην επιμελή προετοιμασία. Μια ακόμη διευκόλυνση που προσφέρει ο ψηφιακός σένσορας είναι ότι μπορούμε να πετύχουμε ευκολότερα πολλές επιλογές κάδρων. Στη σημερινή εποχή έχουμε δει μέχρι και ταινίες γυρισμένες με το κινητό σε κάδρο 16:9, το οποίο εμφανίζεται κάθετα στην οθόνη. Παρεμπιπτόντως, να σας αναφέρω, ότι οι περισσότερες παλιές ελληνικές είναι γυρισμένες σε κάδρο 4:3, αλλά προβάλλονται δυστυχώς στην τηλεόραση σε κάδρο 16:9 για να γεμίσει η οθόνη, με μόνη εξαίρεση τη δημόσια τηλεόραση, με αποτέλεσμα η εικόνα να αλλοιώνεται ανεπανόρθωτα», ανέφερε ο Γιώργος Φρέντζος.

Στο επόμενο σκέλος της παρουσίασής του, ο κ. Φρέντζος μίλησε για τους φακούς και τα φωτιστικά σώματα. «Ό,τι και αν χρησιμοποιούμε, φακό ή ψηφιακό σένσορα, το σημαντικότερο είναι αυτό που υπάρχει ακριβώς από μπροστά. Με άλλα λόγια, οι φακοί είναι το σημαντικότερο εργαλείο στη δουλειά ενός διευθυντή φωτογραφίας. Στους φακούς, λοιπόν, έχουν επίσης επέλθει αλλαγές και βελτιώσεις, αλλά όχι σε τόσο ριζικό βαθμό. Όσον αφορά τα φίλτρα των φακών, το πιο γρήγορο φιλμ είναι στα 500 ASA, ενώ η βάση στις ψηφιακές κάμερες είναι στα 640 ASA. Οι περισσότερες ψηφιακές μηχανές έχουν ουδέτερα φίλτρα, που μας επιτρέπουν να δουλεύουμε με ανοιχτά διαφράγματα. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος με τα φίλτρα είναι ότι άπαξ και τραβήξεις το υλικό σου, δεν μπορείς να το πάρεις πίσω», ανέφερε χαρακτηριστικά. Αμέσως μετά, πραγματοποίησε μια ιστορική αναδρομή στα φωτιστικά σώματα, ξεκινώντας από τα φώτα πυρακτώσεως και τα φώτα βολφραμίου, περνώντας στους προβολείς Fresnel και τα φώτα HMI, καταλήγοντας στα σύγχρονα φώτα LED και στους ανακλαστήρες για το ηλιακό φως.

Κλείνοντας, o Γιώργος Φρέντζος προέτρεψε τα νέα παιδιά να πειραματίζονται διαρκώς και να δοκιμάσουν την τύχη τους ακόμη και με την κάμερα ενός κινητού, ενώ διευκρίνισε πως ο βαθμός δημιουργικής ελευθερίας του κάθε διευθυντή φωτογραφίες εξαρτάται πρωτίστως από την οπτική του εκάστοτε σκηνοθέτη. «Εγώ απέκτησα εμπειρική γνώση, δεν σπούδασα το αντικείμενο. Στην παρούσα φάση, αναλαμβάνω τη διεύθυνση φωτογραφίας σε μικρού μήκους ταινίες νέων δημιουργών, προσπαθώντας να κάνω ό,τι περνά από το χέρι μου για να τους βοηθήσω. Φυσικά, δεν παύει να με συναρπάζει η διαδικασία. Τώρα, τις προσεχείς ημέρες θα γυρίσουμε μια μικρού μήκους με 16 λεπτά μονοπλάνο. Ήδη σκέφτομαι συνεχώς τις προκλήσεις και τις δυσκολίες, αναζητώντας λύσεις. Πρέπει πάντα να έχουμε υπόψη πως το σενάριο είναι ό,τι πιο σημαντικό σε μια ταινία. Εμείς υπηρετούμε το σκηνοθετικό όραμα και φροντίζουμε να γίνει πραγματικότητα το σενάριο», κατέληξε σχετικά.

Παρουσίαση Γκίντιον Μέντελ

Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Evia Film Project, ο βρετανός φωτογράφος και ακτιβιστής Γκίντιον Μέντελ πραγματοποίησε παρουσίαση με τίτλο «Εύβοια, εν μέσω ενός κόσμου που φλέγεται», το Σάββατο 18 Ιουνίου, στην Αγία Άννα. Στην έναρξη της εκδήλωσης ο Γκίντιον Μέντελ ευχαρίστησε το Evia Film Project για την πρόσκληση που του απηύθυνε, ενώ παρουσίασε στο κοινό τη βοηθό του Ανδριάνα Θεοχάρη, που τον είχε συνοδεύσει στο φωτογραφικό οδοιπορικό του στην Εύβοια, τον Αύγουστο του 2021.

«Βρέθηκα στην Εύβοια και γνώρισα τους ανθρώπους της πέρσι το καλοκαίρι. Το πρότζεκτ Burning World, στο οποίο εντάσσεται και το φωτογραφικό έργο από την Εύβοια, είναι στην πραγματικότητα καρπός μιας συλλογικής προσπάθειας και όχι ένα ατομικό εγχείρημα. Ξεκίνησα να ασχολούμαι ως φωτογράφος με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν άρχισα να πλάθω ζοφερά σενάρια για το μέλλον, προσπαθώντας να φανταστώ τον κόσμο στον οποίο θα ζουν τα παιδιά μου το 2040 και το 2050. Η δουλειά μου πλέον μοιράζεται ανάμεσα στη φωτογραφία και στο βίντεο. Το Burning World περιλαμβάνει εικόνες, εκτός από την Εύβοια, από την Αυστραλία, τον Καναδά, καθώς τις πολιτείες Καλιφόρνια και Κολοράντο στις ΗΠΑ. Σε κάθε μου έργο προσπαθώ να ενσωματώσω το στοιχείο του χρόνου στη φωτογραφική αφήγηση. Ήρθα αρχικά στην Εύβοια έξι βδομάδες μετά τις πυρκαγιές και επέστρεψα όταν είχαν συμπληρωθεί έξι μήνες από την καταστροφή. Γνωρίζω πως ένα δάσος χρειάζεται περίπου 30-40 χρόνια για να αναγεννηθεί πλήρως, αλλά ακόμη και σήμερα είναι εμφανές ότι η φύση έχει ήδη μπει στον δρόμο της αναζωογόνησης», ανέφερε αρχικά, δείχνοντας στο κοινό μια φωτογραφία από το ίδιο ακριβώς σημείο, τραβηγμένη σε τρεις διαφορετικές χρονικές στιγμές.

«To Burning World ήρθε να πάρει τη σκυτάλη από το Drowning World, που αποτελείται κατά κύριο λόγο από πορτρέτα ανθρώπων που έχουν πληγεί από πλημμύρες, τους οποίους φωτογράφισα στο εσωτερικό των πλημμυρισμένων σπιτιών. Το Drowning World ξεκίνησε το 2007, όταν κάλυψα φωτογραφικά δύο πλημμύρες που συνέβησαν στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ινδία. Στη συνέχεια επισκέφτηκα πολλές χώρες που είχαν υποστεί παρόμοιες καταστροφές, μεταξύ των οποίων το Πακιστάν, την Ταϊλάνδη, τη Νιγηρία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, τη Βραζιλία, το Μπαγκλαντές», εξήγησε ο κ. Μέντελ, ο οποίος στάθηκε ιδιαίτερα σε μια συγκεκριμένη φωτογραφία που είχε τραβήξει στη Νιγηρία.

«Εδώ βλέπετε τη Φλόρενς από τη Νιγηρία, που είδε την επιχείρησή της να καταστρέφεται ολοσχερώς από τις πλημμύρες. Η Φλόρενς απασχολούσε 26 άτομα στο αρτοποιείο της, καθώς και άλλα 40 άτομα που είχαν αναλάβει το delivery των προϊόντων. Η συγκεκριμένη φωτογραφία και η επαφή με τη Φλόρενς με σημάδεψαν βαθιά και αποκρυστάλλωσαν μέσα μου τον χαρακτήρα του πρότζεκτ. Στη Νιγηρία, κατόπιν προτροπής από τον βοηθό μου, έδινα ένα μικρό χρηματικό ποσό σε κάθε άνθρωπο που δεχόταν να φωτογραφηθεί ως αποζημίωση για τον χρόνο που διέθεσε για χάρη μου. Η Φλόρενς αρνήθηκε πεισματικά να πάρει τα χρήματα. “Δείξε στον κόσμο τι συνέβη εδώ, πόσο πολύ υποφέρουμε”, ήταν το μόνο που μου είπε. Σκεφτείτε ότι την ίδια περίοδο όλα τα ΜΜΕ σε παγκόσμια κλίμακα πραγματοποιούσαν εκτενή ρεπορτάζ για το σαρωτικό πέρασμα του τυφώνα Σάντι από τις ΗΠΑ, αλλά δεν υπήρχε ούτε μια λέξη για τη συμφορά της Νιγηρίας, όπου το 1/8 της χώρας βρέθηκε κάτω από το νερό, 500-600 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, ενώ μια ολόκληρη περιοχή της χώρας έμεινε άστεγη, καθώς το νερό έκανε θρύψαλα τις καλύβες των κατοίκων. Τότε αντιλήφθηκα ποια ακριβώς είναι η αποστολή μου. Δεν μπορώ να υποκαταστήσω τη δουλειά των φορέων που προσφέρουν βοήθεια στις πληγείσες περιοχές για να ορθοποδήσουν. Εγώ αυτό που προσφέρω είναι η καταγραφή και η μαρτυρία και ο κόσμος δείχνει να το εκτιμά, τουλάχιστον αυτό το συναίσθημα εισέπραξα και στην Εύβοια. Αναλογιστείτε ότι οι φωτογραφίες από τη Νιγηρία που είχα ανεβάσει τότε στα σόσιαλ μίντια ήταν η μόνη απεικόνιση του τι είχε συμβεί στη χώρα», ανέφερε ο Γκίντιον Μέντελ.

Στη συνέχεια, ο διάσημος φωτογράφος παρουσίασε στο κοινό μια σειρά από φωτογραφίες από το πρότζεκτ Drowning World, αναλύοντας τις αφηγηματικές γραμμές που διατρέχουν το έργο του. «Προσπαθώ πάντα να διακρίνω το αφηγηματικό νήμα που συνδέει τις φωτογραφίες μου. Μια υποενότητα στο Drowning World ονομάζεται Flood Lines, στην οποία η στάθμη του νερού στα πορτρέτα των ανθρώπων σταδιακά υποχωρεί προς τα κάτω, ενώ στην ενότητα Water Marks φέρνω στο φως φωτογραφίες άλλων ανθρώπων που έχουν καταστραφεί από τις πλημμύρες. Οι πλημμυρισμένοι εσωτερικοί χώροι, καθώς και οι αλλοιωμένες φωτογραφίες, δημιουργούν σχεδόν αυτόματα έναν ισχυρό συναισθηματικό αντίκτυπο. Πρόθεσή μου ήταν να δείξω όλες τις φυλές του κόσμου που έχουν πέσει θύματα οικολογικών καταστροφών, προσπαθώντας να αναδείξω πως η κλιματική αλλαγή αφορά τους πάντες, τόσο τις προνομιούχες όσο και τις φτωχές περιοχές του κόσμου, οι οποίες φυσικά πλήττονται πολύ πιο έντονα από τις καταστροφές», προσέθεσε ο Γκίντιον Μέντελ.

Αμέσως μετά, πρόβαλε ένα βίντεο με τίτλο Deluge, που εντάσσεται στο πρότζεκτ Drowning World, προτού σταθεί στις διαφορές ανάμεσα στις πλημμύρες και τις πυρκαγιές όσον αφορά τη φωτογραφική του προσέγγιση. «Στο βίντεο που παρακολουθούμε, βλέπουμε πέντε οθόνες τη μία δίπλα στην άλλη, όπου χτίζεται σταδιακά μια πολυφωνική αφήγηση. Πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που έχω φωτογραφήσει, οι οποίοι αρχικά εμφανίζονται ως μονάδες ενώ στη συνέχεια γίνονται ζεύγη. Η δραματική κορύφωση έρχεται με τη σταδιακή είσοδο στο εσωτερικό του πλημμυρισμένου σπιτιού. Στο Burning World κινήθηκα διαφορετικά, ούτως ή άλλως δεν είμαι αρκετά γενναίος ώστε να προσπαθώ να απεικονίσω τις πυρκαγιές τη στιγμή που μαίνονται. Προτίμησα λοιπόν να αποτυπώσω τις χρόνιες επιπτώσεις που επιφέρει το τραύμα της πυρκαγιάς στην ψυχοσύνθεση των ανθρώπων. Στις φωτογραφίες του Burning World οι ανθρώπινες φιγούρες δεν δεσπόζουν στο κάδρο. Η φωτιά αφήνει πίσω της ένα τελείως διαφορετικό τοπίο σε σχέση με την πλημμύρα, όπου τα πάντα βυθίζονται κυριολεκτικά σε μια ομοιομορφία. Στις πλημμυρισμένες περιοχές το δύσκολο σκέλος ήταν να φτάσεις έως εκεί, όχι να τραβήξεις τα βίντεο και τις φωτογραφίες. Αντιθέτως, η φωτιά αφήνει πίσω της ένα ακανόνιστο χάος και είναι πραγματικά εξαιρετικά δύσκολο να βρεις και να δημιουργήσεις μια υποτυπώδη τάξη στο κάδρο», σχολίασε ο Γκίντιον Μέντελ, δίνοντας έπειτα τον λόγο στην Ανδριάνα Θεοχάρη, η οποία διάβασε στο κοινό τα λόγια που χρησιμοποίησαν ορισμένοι από τους ανθρώπους που απεικονίζονται Burning World για να περιγράψουν τη συμφορά που βίωσαν.

«Μια εσωτερική ορμή με σπρώχνει να έρθω σε επαφή με το ανθρώπινο τραύμα και τον πόνο. Οι γονείς μου προέρχονται από οικογένεια Γερμανοεβραίων που έφυγαν από τον τόπο τους για να σωθούν από το επερχόμενο Ολοκαύτωμα, ενώ στο παρελθόν, πριν καταπιαστώ με την κλιματική αλλαγή, είχα ασχοληθεί ως φωτογράφος με την πολιτική βία στο Απαρτχάιντ της Νοτίου Αφρικής, αλλά και με το ξέσπασμα της επιδημίας του AIDS. Έχω χωρίσει το Burning World, στα πρότυπα του Drowning World, σε επιμέρους αφηγηματικές ενότητες. Το Portraits in Ashes απεικονίζει ανθρώπους με φόντο το καμένο τοπίο, το Moments of Transition αποτυπώνει την επανάκαμψη της φύσης, ενώ το Textures περιλαμβάνει φωτογραφίες από αντικείμενα που έχουν παραμορφωθεί ανεπανόρθωτα από τη φωτιά. Μια ιδιαίτερη περίπτωση που με είχε συγκλονίσει ήταν η ελιά «Νύμφη», ένα δέντρο ηλικίας 2.500 ετών, που κάηκε στις Ροβιές. Θεώρησα πως πρόκειται για ένα τεράστιο πλήγμα στην κληρονομιά της ανθρωπότητας και είχα μείνει άφωνος από τη περίπλοκη μορφή που είχε πάρει το κατεστραμμένο δέντρο. Γενικότερα, εκείνος ο καμένος ελαιώνας έμοιαζε με ερημονήσι που κατοικούταν μονάχα από τραγικές φιγούρες γλυπτών», ανέφερε ο Γκίντιον Μέντελ, προτού παρουσιάσει ένα rough cut του βίντεο που ετοιμάζει για την Εύβοια.

Απαντώντας σε ερωτήσεις του κοινού, ο Γκίντιον Μέντελ αναφέρθηκε τόσο στον τρόπο με τον οποίο εργάζεται όσο και στο πώς διαχειρίζεται τα δυσάρεστα συναισθήματα που γεννούν οι οδυνηρές εικόνες που αντικρίζει. «Προτιμώ να δουλεύω μόνος μου, παρά για κάποιον άλλο φορέα. Όταν εργάστηκα για λογαριασμό της ActionAid, ήμουν αναγκασμένος να προσαρμόζομαι στην ατζέντα του οργανισμού και είχα νιώσει ασφυξία. Μεγαλώνοντας, έχω γίνει λιγότερο ανεκτικός στον συμβιβασμό. Φυσικά, δεν είναι πάντα εφικτό να βρίσκω χρηματοδότηση και σπόνσορες. Πολλές φορές έχω διοχετεύσει τα χρήματα που κέρδισα από βραβευμένες φωτογραφίες σε νέα πρότζεκτ. Έχοντας μπει στη διαδικασία να αποτυπώσω τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και τον ανθρώπινο πόνο, δεν έχω το δικαίωμα να επικαλεστώ τη συναισθηματική εξάντληση και να αφήσω κάτω την κάμερα. Είναι ένα ρίσκο που έχω αναλάβει. Δεν μου επέβαλε κανείς να βρίσκομαι εδώ, εγώ το επέλεξα», απάντησε ο Γκίντιον Μέντελ, ευχαριστώντας το κοινό για την παρουσία του και εκφράζοντας για μια ακόμη φορά το πόσο βαθιά συνδεδεμένος νιώθει με την Εύβοια και τους κατοίκους της.

Τα βραβεία της Αγοράς

Σε κλίμα ευφορίας και αισιοδοξίας παρουσιάστηκαν τα βραβεία της Αγοράς για το Evia Film Project, στο ξενοδοχείο Thermae Sylla, στα Λουτρά Αιδηψού, το Σάββατο 18 Ιουνίου. Τον λόγο πήρε αρχικά η επικεφαλής της Αγοράς, Γιάννα Σάρρη, η οποία ευχαρίστησε θερμά όλους τους παραγωγούς και δημιουργούς για τη συμμετοχή τους, καθώς και την κριτική επιτροπή για το έργο και την παρουσία της στο Evia Film Project. Στη συνέχεια, ο παρουσιαστής της βραδιάς, Βασίλης Τερζόπουλος, έδωσε τον λόγο στη Γενική Διευθύντρια του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Ελίζ Ζαλαντό. «Θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσοι συμμετείχαν στο πρώτο Evia Film Project, είστε πρωτοπόροι που ανοίγετε ένα νέο κεφάλαιο, σας ευχαριστώ που ταξιδέψατε στην Εύβοια για να είστε μαζί μας. Θα ήθελα, επίσης, να ευχαριστήσω τους χορηγούς μας, το Ινστιτούτο MIDPOINT, το Pitch the Doc, τo Media Desk Hellas και τα Marvila Studios», ανέφερε η κ. Ζάλαντο, προτού δώσει τη σκυτάλη στον Καλλιτεχνικό Διευθυντή, Ορέστη Ανδρεαδάκη. «Το Evia Film Project είναι μια πράξη αγάπης για τη Βόρεια Εύβοια. Επομένως, όταν γυρίσετε πίσω να μη λησμονήσετε αυτό τον υπέροχο τόπο και τους ανθρώπους του. Αξίζουν να παραμείνουν στη μνήμη σας», σχολίασε ο κ. Ανδρεαδάκης.

Στη συνέχεια, ο Βασίλης Τερζόπουλος διευκρίνισε πως αρχικά θα απονεμηθούν τα βραβεία για τα πρότζεκτ σε ανάπτυξη, παρουσιάζοντας παράλληλα στο κοινό την κριτική επιτροπή των βραβείων της Αγοράς, την οποία συγκρότησαν οι: Καρολάιν Λιμπρέσκο, επιμελήτρια, παραγωγός και σύμβουλος ανάπτυξης από τις ΗΠΑ, Εντβίνας Πούκστα από τη Λιθουανία, επιμελητής προγράμματος στο Φεστιβάλ Black Nights του Ταλίν, και Ρέα Αποστολίδη, παραγωγός της Anemon Productions από την Ελλάδα. Αμέσως μετά, κάλεσε την Σόνια Μόργκεντάλοβα για να απονείμει το βραβείο του Iνστιτούτου MIDPOINT για συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Σκεπτικό της επιτροπής:
«Αποφασίσαμε να στηρίξουμε ένα φιλόδοξο biopic για έναν επιστήμονα που ανακαλύπτει τους κρυφούς μηχανισμούς της φύσης, ενώ πασχίζει να ανακαλύψει το δικό του είδος και τους μηχανισμούς της αγάπης. Το βραβείο απονέμεται στο πρότζεκτ Falling into Silence από την Ουγγαρία, του György Mór Kárpáti».

Αμέσως μετά, η Καρολάιν Λιμπρέσκο παρουσίασε το βραβείο Pitch the Doc για συμβουλευτικές υπηρεσίες, ευχαριστώντας αρχικά όλα τα πρότζεκτ που συμμετείχαν, αναφέροντας πως το υψηλό επίπεδο των ταινιών έκανε δύσκολη την επιλογή της κριτικής επιτροπής.

Σκεπτικό της επιτροπής:
«Απονέμουμε το βραβεία σε μια ταινία που ρίχνει φως σε μια επερχόμενη κρίση από δύο οπτικές γωνίες: τόσο πάνω όσο και κάτω από την επιφάνεια του νερού. Το βραβείο απονέμεται στο πρότζεκτ Sunken από την Ελλάδα, του Δημήτρη Γκότση».

Σειρά πήρε το Ειδικό Βραβείο για Δημιουργική Ματιά, το οποίο ανακοίνωσε η Ρέα Αποστολίδη.

Σκεπτικό της επιτροπής:
«Απονέμουμε το βραβείο σε ένα δυνατό κινηματογραφικό ντεμπούτο που συλλαμβάνει τις αγωνίες της εποχής μας, μέσα από σύνθετους χαρακτήρες, που βλέπουν το αξιακό τους σύστημα να έρχεται σε σύγκρουση με τον φυσικό κόσμο. Το βραβείο απονέμεται στο πρότζεκτ Resonance από τη Βουλγαρία, του Yordan Petkov».

Ο κύκλος των βραβείων για τα πρότζεκτ σε ανάπτυξη έκλεισε με το Evia Film Project in Development Award, το οποίο συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 4.000 ευρώ. Το βραβείο ανακοίνωσε ο Εντβίνας Πούκστα, ο οποίος ευχαρίστησε αρχικά τα υπόλοιπα μέλη της κριτικής επιτροπής για την άψογη συνεργασία τους στη διάρκεια του Evia Film Project, αλλά και ολόκληρη την ομάδα της Αγοράς, επαναλαμβάνοντας πως το επίπεδο του συναγωνισμού ήταν εξαιρετικά υψηλό.

Σκεπτικό της επιτροπής:
«Απονέμουμε το βραβείο σε ένα πρότζεκτ που κινείται σε πολλαπλούς άξονες, αποτυπώνοντας την πολυπλοκότητα των σχέσεων του ανθρώπου με τη γη. Παράλληλα, μας βυθίζει στη ζωή των χαρακτήρων μιας αρχαίας κοινότητας για να φέρει στην επιφάνεια περιπλοκές που απηχούν σε παγκόσμια κλίμακα. Το βραβείο απονέμεται στο πρότζεκτ Unwritten Land, μια συμπαραγωγή Ελλάδας και Εσθονίας, της Νατάσας Μπλάτσιου».

Η Νατάσα Μπλάτσιου δήλωσε πως δεν περίμενε αυτή την τιμή, ενώ συνέδεσε το θέμα της ταινίας με την καταστροφή που έπληξε τη Βόρεια Εύβοια πέρσι το καλοκαίρι, σχολιάζοντας πως πρέπει όλοι μας να αναρωτηθούμε για το είδος της ζωής που επιθυμούμε.

Τη σκυτάλη πήραν τα βραβεία για τα πρότζεκτ σε εξέλιξη, με τον Βασίλη Τερζόπουλο να προσκαλεί τον Ρόλαντ Βάις στη σκηνή για να απονείμει το βραβείο για υπηρεσίες post-production στη μίξη ήχου και στο color correction από τα Marvila Studios, ενώ η Ρέα Αποστολίδη ανέλαβε να ανακοινώσει το βραβείο.

Σκεπτικό της επιτροπής:
«Απομένουμε το βραβείο σε μια ταινία με ποιητικό και κατεπείγοντα χαρακτήρα, που θίγει το δικαίωμα της τροφικής επάρκειας, φέρνοντας στο φως εκείνους που διεκδικούν την επανάκτησή του. Το βραβείο απονέμεται στο πρότζεκτ Harvest Moon από την Ιορδανία, της Ραμά Αγιάσρα».

Η εκδήλωση έκλεισε με την απονομή του βραβείου Evia Film Project in Progress Award, που συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 6.000 ευρώ, το οποίο ανακοίνωσε η Καρολάιν Λιμπρέσκο.

«Απονέμουμε το βραβείο σε μια συναισθηματική ταινία για τη σπουδαία σημασία που κρύβουν μέσα τους όσα βρίσκονται ακριβώς μπροστά στα μάτια μας, καθώς και για το νόημα που μπορούμε να αντλήσουμε από τη σχέση μας με τη γη και τους συνανθρώπους μας. Το βραβείο απονέμεται στο πρότζεκτ Garden από τη Βόρεια Μακεδονία, του Bojan Tanturovski».

Ο Bojan Tanturovski δήλωσε έκπληκτος για τη βράβευση, ευχαριστώντας θερμά τόσο τη συντονίστρια της Αγοράς, Αγγελική Βέργου, για τη συμμετοχή της ταινίας του στο Evia Film Project, όσο και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ευχόμενος παράλληλα στον θεσμό του Evia Film Project να μακροημερεύσει.