Γρήγορη μετάβαση

Τι συζήτησαν οι κάτοικοι της Β. Εύβοιας με τον Μπένο

Πηγή: kathimerini.gr

Του Τάσου Τέλογλου

Το δημοτικό σχολείο της Λίμνης Ευβοίας είναι γεμάτο, καρφίτσα δεν πέφτει στην αίθουσα, στο προαύλιο και στο κλιμακοστάσιο. Μέσα ο Σταύρος Μπένος, ο έχων το «γενικό πρόσταγμα» για την ανασυγκρότηση των πυρόπληκτων περιοχών, μιλάει για την πρώτη νύχτα του σεισμού στην Καλαμάτα το 1986. Λέει πώς τον προστάτευσαν οι νεολαίοι της ΚΝΕ από ανθρώπους που δεν ήθελαν να εφαρμοστούν τα σχέδια του πολεοδόμου Γρηγόρη Διαμαντόπουλου, «σε μια νίκη του σχεδιασμού επί του λαϊκισμού».

Θυμάται ότι ήταν η πρώτη «ολιστική παρέμβαση σε μια καταστροφή», «μια ευκαιρία να εφαρμόσει το σχέδιό του για την πόλη». Στους ανθρώπους που τον ακούν ηχούν τουλάχιστον περίεργα όλα αυτά. Ο ουρανός είναι κατάμαυρος, σε λίγες ώρες θα πέσει η πρώτη βροχή του φθινοπώρου. Ναι, πρέπει να γίνουν τα αντιπλημμυρικά και τα αντιδιαβρωτικά έργα, αλλά πρέπει να «ονειρευτούμε το μέλλον», επιμένει ο κ. Μπένος και όταν οι κάτοικοι του λένε ότι «θα γίνει Ιφιγένεια», τους απαντά αποστομωτικά: «Δεν με νοιάζει και αν γίνω Ιφιγένεια».

Κοντά έξι ώρες πάνε κι έρχονται τα επιχειρήματα, που προτάσσουν τις άμεσες ανάγκες (οι κάτοικοι και οι εκλεγμένοι εκπρόσωποί τους) στο σχέδιο του κ. Μπένου να γίνει όλη η βόρεια Εύβοια μια Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση (ΟΧΕ) με δέκα πυλώνες, που θα έχει εξασφαλισμένη χρηματοδότηση για διαδοχικές προγραμματικές περιόδους του ΕΣΠΑ. Στο τέλος, ακόμα και εκείνοι που διαφωνούν ριζικά έχουν συμφωνήσει μαζί του σε κάποια (σημαντικά) σημεία. Είναι καλό γι’ αυτόν, δεν θέλει να αφήσει κανέναν έξω. «Είδα ένα πάθος ιερό» –λέει ο κ. Μπένος στην «Κ» σε ένα διάλειμμα της διαδικασίας στο δημοτικό σχολείο της Λίμνης για το κλίμα που βρήκε στα χωριά– «των ντόπιων να παλέψουν για τον τόπο τους. Χρήματα υπάρχουν, έργα δεν έχουμε ακόμα ιεραρχημένα και σωστά σχεδιασμένα. Σε τρεις μήνες θα ξανάρθουμε εδώ με τα αποτελέσματα των μελετών».

«Ηθελα να δοκιμάσω»

  • Ο Σταύρος Μπένος, 35 χρόνια μετά τον φονικό σεισμό και την επιτυχημένη ανοικοδόμηση της Καλαμάτας, περιοδεύει στη Βόρεια Εύβοια συζητώντας το σχέδιό του με κατοίκους και παράγοντες της περιοχής.

Ο κ. Μπένος επιμένει, μιλώντας στους ντόπιους, να ξαναγυρίζει στους σεισμούς στην Καλαμάτα το 1986. Ο πολεοδόμος Διαμαντόπουλος ήθελε να δοκιμάσει δίνοντας ζωή στον σχεδιασμό και να πετύχει εκεί που απέτυχαν δύο υπουργοί, ο Στέφανος Μάνος και ο Αντώνης Τρίτσης.

 Δεν φοβάται μην παρεξηγηθεί όταν λέει μέσα στη σχολική τάξη της Λίμνης ότι μετά τον σεισμό «ένιωσα ανακούφιση γιατί έβλεπα τη νέα πόλη μπροστά μου» (το 25% της Καλαμάτας κατεδαφίστηκε μετά τον σεισμό). «Ποιοι είναι στην επιτροπή;», ρωτάνε εκπρόσωποι της Αριστεράς. «Δεν υπάρχει επιτροπή, οι επιτροπές διαχειρίζονται υπαρξιακά προβλήματα των μελών τους», λέει, αλλά μετά «σηκώνει» έναν έναν τους συνεργάτες του.
Τον υφυπουργό Χρήστο Τριαντόπουλο τον έχουν γνωρίσει οι ντόπιοι τις προηγούμενες μέρες. Ο γενικός γραμματέας Επενδύσεων Δημήτρης Σκάλκος, που όπως και οι περισσότεροι συνεργάτες του κ. Μπένου έχει βιωματική σχέση με την Εύβοια, μιλάει τελευταίος και λέει ότι αυτό που σχεδιάζεται «σχεδιάζεται από τα κάτω», προσθέτοντας ότι η περιοχή ήταν ούτως ή άλλως σε στασιμότητα και «έπρεπε να γίνουν πράγματα».

 

Η συζήτηση όσο περνάει η ώρα ξεφεύγει από τους συναισθηματισμούς και τον δικαιολογημένο θυμό και γίνεται περισσότερο «επί της ουσίας». Ο δήμαρχος Ιστιαίας Γιάννης Κοντζιάς θυμίζει ότι ο πληθυσμός της περιοχής μειωνόταν ούτως ή άλλως και αν βρει ανταπόκριση το σύνθημα για το ανθρώπινο δυναμικό της βόρειας Εύβοιας «να μη φύγει κανείς», «πρέπει να γυρίσουν και εκείνοι που έχουν φύγει».

Το δίλημμα

Πριν μπούμε στη συνέλευση της Λίμνης, ένας 35χρονος κάτοικος, ο Κώστας Κ., μας ρωτάει αν στη θέση του θα μέναμε ή θα εγκαταλείπαμε την περιοχή. Η απάντηση δεν είναι εύκολη, όταν μάλιστα προσθέτει ότι δεν θέλει να ζήσει τα επόμενα επτά χρόνια σαν επαίτης με κρατικές επιδοτήσεις. Δύο από τους δέκα πυλώνες της ολιστικής προσέγγισης Μπένου αφορούν τα δίκτυα των ανθρώπων, αλλά και το δυναμικό της περιοχής. Την εκπόνησή τους έχει αναλάβει η διαΝΕΟσις.

Όπως και οι άλλες δράσεις που αφορούν το συγκοινωνιακό δίκτυο, τις υποδομές φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος, τα δίκτυα υγείας – πρόνοιας, το νέο δάσος και τη σύνδεσή του με τους νέους οικισμούς, τα ειδικά πολεοδομικά σχέδια, τον πολιτισμό, τις νέες μορφές ποιοτικής γεωργίας και γαστρονομίας, τον τουρισμό, τη νέα επιχειρηματικότητα και τη διακυβέρνηση της περιοχής χαρακτηρίζονται άμεσες. Αυτές θα εκπονηθούν σε ένα τετράμηνο και θα αφορούν εκείνα που πρέπει να γίνουν «τάχιστα». Στη συνέχεια θα σχεδιαστούν σε ένα οκτάμηνο οι δράσεις που θα αφορούν τη μεταβατική, αλλά και τη μακροπρόθεσμη φάση. Το όχημα της μακροπρόθεσμης φάσης θα είναι η ΟΧΕ με «πλήρη διασφάλιση πόρων» μέσα από τα διαδοχικά πλαίσια του ΕΣΠΑ.

Αγώνας δρόμου

Oι εκπρόσωποι των κατοίκων προέταξαν το ερώτημα, «πώς θα βγει ο χειμώνας;». Τα έργα στήριξης του υπόβαθρου του δάσους, τα αντιδιαβρωτικά και αντιπλημμυρικά προηγούνται. Ο υφυπουργός Γιώργος Αμυράς ανέφερε ότι στο Μαντούδι κάηκαν 318.000 στρέμματα δάσους και στην Ιστιαία 190.000. Την επόμενη εβδομάδα δεσμεύεται ο ίδιος ο κ. Αμυράς ότι θα αρχίσουν τα αντιπλημμυρικά. Τη δουλειά θα κάνουν οι συνεταιρισμοί που –με εξαίρεση δύο– έχουν δεχθεί να πληρωθούν από χορηγούς μέχρι να βάλει το χέρι στην τσέπη το Δημόσιο. Σε αυτό το σημείο της παρέμβασης του κ. Αμυρά η συζήτηση ζωηρεύει, ο δήμαρχος Μαντουδίου Γιώργος Τσαπουρνιώτης προτείνει να μπουν μελισσοκομικά φυτά ή και δένδρα με καρπούς στην περίμετρο των οικισμών.

Ο κ. Αμυράς δεσμεύεται για βοήθεια από τα «κρατικά φυτώρια». Αλλά αυτό δεν φτάνει. Ο τοπικός βουλευτής της Ν.Δ., Σπύρος Πνευματικός, επισημαίνει ότι «η καταστροφή στο έδαφος είναι τρομακτική», ζητώντας να προσληφθούν όσοι ζούσαν από το δάσος σε εργασίες αραίωσης και αλλού. Τι ακριβώς συμβαίνει σήμερα στην Εύβοια το διαπιστώνουμε όταν μετά έξι ώρες αυτή η ιδιόμορφη συνέλευση έχει τελειώσει. Εξω βρέχει. Στα αποκαΐδια έχουν πεταχτεί «δειλά» μερικά πράσινα κοτσάνια. Και στο άκαφτο τοπίο, από το Προκόπι έως τα Ψαχνά, εκατοντάδες κουτιά μελισσοκόμων, που παλαιότερα έβρισκαν φιλόξενο σπίτι στη βόρεια Εύβοια, έχουν τοποθετηθεί άρον άρον στην άκρη του δρόμου. «Αν η φωτιά είχε ξεσπάσει δέκα μέρες αργότερα», λέει ο αντιπεριφερειάρχης Γιώργος Κελαδίτης, «φέτος ίσως να μην είχαμε καθόλου μέλι στη χώρα. Ολη η νότια Ελλάδα έφερνε τις κυψέλες της στο δάσος της βόρειας Εύβοιας».