Γρήγορη μετάβαση

Οι αρχαιολογικές έρευνες στην Ελλάδα και οι ιδιαίτερα νέες σημαντικές ανακαλύψεις

Εφημερίδα ΘΕΣΣΑΛΙΑ
Συντάκτης Σωτήρης Λέτσιος
Φεβρουάριος 2015

Οι αρχαιολογικές έρευνες στην Ελλάδα, ιδιαίτερα νέες σημαντικές ανακαλύψεις, όπως ο εντυπωσιακός τύμβος της Αμφιπόλεως με τον τεράστιο περίβολο και το λαμπρό ταφικό μνημείο του, κινούν πάντα το ενδιαφέρον του ελληνικού και του διεθνούς κοινού. Η γη της Μακεδονίας με τα μνημεία που φέρνει κατά καιρούς στο φως, όπως η αρχαία Πέλλα, οι τάφοι του Δερβενίου της Θεσσαλονίκης, οι μακεδονικοί τάφοι της Βεργίνας, για να περιοριστώ σε ορισμένα συνγκλονιστικά παραδείγματα, κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον. Η χώρα μας διαθέτει μια από τις παλαιότερες υπηρεσίες του ελληνικού κράτους, την Αρχαιολογική, η οποία αντιμετωπίζει με υπευθυνότητα και σοβαρότητα το θέμα της αποκάλυψης, της προστασίας και της ανάδειξης του μνημειακού μας πλούτου, παρά τα εκάστοτε οικονομικά, οργανωτικά και λειτουργικά προβλήματα. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία.

Η έννοια του αρχαιολογικού μνημείου, της πολιτιστικής γενικώς κληρονομιάς, καθώς επίσης οι τρόποι και οι κανόνες προστασίας και διαχείρισής της ορίζονται από διεθνείς συμβάσεις και διατάξεις και αναφέρονται αναλυτικά στα σχετικά άρθρα του ισχύοντος αρχαιολογικού νόμου. Παράλληλα, η έννοια “πολιτισμός” από γενική εννοιολογική κατηγορία μετατρέπεται σταδιακά σε μια πολλαπλότητα τοπικών συμφραζόμενων προσεγγίζοντας την έννοια “κοινωνία” η οποία διαμορφώνεται μέσα από σχέσεις κατεξοχήν τοπικές. Κερδίζει σήμερα συνεχώς έδαφος η αντίληψη ότι οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μνημεία προστατεύονται και συντηρούνται αποτελεσματικότερα όταν αποτελούν μέρος της ζωής των πολιτών, όταν περιλαμβάνονται στη λεγόμενη οικονομία του ελεύθερου χρόνου και την δια βίου εκπαίδευση.

Σήμερα οι αρχαιολογικοί χώροι θεωρούνται παράγοντες ανάπτυξης και δρόμοι που οδηγούν στην τόνωση του δημόσιου ενδιαφέροντος για την πολιτιστική κληρονομιά. Το κεντρικό ζητούμενο είναι να βρεθεί η κατάλληλη διαδικασία που να λαμβάνει υπόψη όλες τις αξίες ενός αρχαιολογικού χώρου (ιστορικές, πολιτιστικές, επιστημονικές, αισθητικές, διδακτικές) και ταυτόχρονα τις οικονομικές του δυνατότητες, ώστε να προσελκύει ολοένα και περισσότερους έλληνες πολίτες (εκτός από πλήθη αλλοδαπών τουριστών) στα μουσεία και τους κατάλληλα διαμορφωμένους αρχαιολογικούς χώρους. Ο στόχος αυτός έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο τα τελευταία χρόνια, χάρη και στα συγχρηματοδοτούμενα από την ευρωπαϊκή ένωση προγράμματα αναστήλωσης, διαμόρφωσης και ανάδειξης των μνημείων.

Η συνεργασία και η αμοιβαία κατανόηση μεταξύ αρχαιολόγων και τοπικών κοινωνιών επιτυγχάνεται με απλοποίηση και μετάδοση του πολιτιστικού αγαθού (με διαλέξεις, ξεναγήσεις, ντοκυμαντέρ, δημοσιεύματα στον ημερίσιο τοπικό και αθηναϊκό τύπο, συζητήσεις σε δήμους, κοινότητες, σχολεία, τοπικές οργανώσεις, εκτύπωση και διανομή ενημερωτικών φυλλαδίων) καθώς και με τη συμμετοχή εθελοντών σε αποψιλώσεις και καθαρισμούς μνημείων και στην ανασκαφική διαδικασία με την επίβλεψη, φυσικά, και την καθοδήγηση έμπειρων αρχαιολόγων. Εφόσον αγωνιζόμαστε να καλλιεργηθούν αγαθές σχέσεις Κράτους – πολίτη όσον αφορά στην αντίληψη για την προστασία και την ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, είμαστε υποχρεωμένοι να επιδιώκουμε με κάθε δυνατό τρόπο την προσέγγιση των πολιτών προς αυτό το αγαθό, καθορίζοντας και τους όρους αυτής της προσέγγισης.

Οι συστηματικές ανασκαφές στην Ελλάδα στηρίζονταν ανέκαθεν και εξακολουθούν να στηρίζονται στην οικονομική υποστήριξη ιδιωτικών ιδρυμάτων και χορηγών. Το Kράτος αναλαμβάνει ενίοτε το κόστος μόνο ορισμένων επειγουσών σωστικών ανασκαφών. Η οικονομική κρίση των τελευταίων ετών έχει δυσμενέστατες επιπτώσεις στη συνέχιση και την ολοκλήρωση πολλών ανασκαφικών ερευνών από το στάδιο της πρώτης φάσης μέχρις εκείνο της προστασίας των αρχιτεκτονικών λειψάνων, της ανάδειξής τους και της τελικής δημοσίευσης.

Η ανασκαφική έρευνα στο ταφικό μνημείο της Αμφίπολης έχει, όσο γνωρίζω, ολοκληρωθεί. Είχε δυστυχώς συληθεί επανειλημμένως τόσο στην αρχαιότητα όσο και στη σύγχρονη εποχή με αποτέλεσμα τα κτερίσματα των νεκρών να έχουν κλαπεί, πλην ελαχίστων οστέϊνων θραυσμάτων, γεγονός που δυσχεραίνει τα μέγιστα την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με την ταυτότητα του νεκρού ή των νεκρών και την απόλυτη (ακριβή) χρονολόγησή τους. Έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς από έλληνες και ξένους, ειδικούς και μη, ποικίλες υποθέσεις, πολλές από τις οποίες είναι παντελώς αστήρικτες.

Θα ήθελα, κλείνoντας, να παρατηρήσω ότι το αναποδογύρισμα της γης για την ανακάλυψη του αριστουργήματος πρέπει να ανήκει οριστικά στο παρελθόν ως αποτέλεσμα μιας παρανοημένης αντιμετώπισης της αρχαιολογικής έρευνας.  Δυστυχώς ορισμένοι μιλούν ακόμα σήμερα για λαμπρά, εντυπωσιακά, μοναδικά ευρήματα και ποτέ, ή σπάνια, για σωστή, μεθοδική ανασκαφή. Καλλιεργείται συνειδητά ή ασυνείδητα η άποψη ότι αυτό που έχει σημασία είναι το εύρημα˙ όταν μάλιστα είναι κατασκευασμένο από πολύτιμο υλικό (χρυσάφι) και επιθυμούμε να το σχετίσουμε με σημαντική ιστορική προσωπικότητα, τότε αποκτά μυθικές διαστάσεις. Τα αποτελέσματα αυτής της πλάνης τα βιώνουμε κατά καιρούς. Κανένα στοιχείο της ανασκαφής, όσο μικρό και αν είναι, δεν υποτιμάται ούτε και παραμελείται. Ένα θραύσμα αγγείου, ένας σπόρος απανθρακωμένος, ένα κόκαλο, μπορεί να δώσει πολύτιμες πληροφορίες με κατάλληλη ανάλυση και μελέτη. Η γνώση των πολιτισμών και των συνθηκών ζωής των ανθρώπων του παρελθόντος προχωρεί με αργούς ρυθμούς.

Πέτρος Θέμελης
[email protected]