Γρήγορη μετάβαση

Μία βόλτα στην Αρχαία Μεσσήνη

Αρχαία Μεσσήνη. Πάλι με βροχή, κι ας είναι αρχή καλοκαιριού.

Στη Δυτική Πύλη του τείχους των εννέα χιλιομέτρων.
Τα χόρτα μοσχοβολούν.
Ρίγανες, φλισκούνια, σπάρτα, αρωματίζουν τον αέρα και τα βήματά μας.

Η τεράστια πέτρα που πλάγιασε ο χρόνος!
Είμαστε μέσα η έξω; Ανάλογα με τη διάθεση επιλέγεις. Το τοπίο γύρω ακόμη πρασινισμένο, ένα απέραντο κοίλο. Βρέχει γερά! Το Μαυρομάτι στο βάθος, πιασμένο στη ρίζα του βουνού.

Λες βυθός θάλασσας που άδειασε απ’ το νερό. Η βροχή τώρα μισοσταμάτησε. Ανασαίνουμε! Τρέχουμε κατά μήκος, πάνω στις πέτρες του τείχους, του γιγάντιου γλυπτού. Μπρός μας μια ντάπια. Ανάμεσα στο χάλασμα, γκρίζα σύννεφα τρέχουν πάνω στα βουνά. Τα χέρια αγγίζουν τη λιθοδομή που διατρέχοντας τα χρόνια, μας γεμίζει σιωπηλές μαρτυρίες και γαλήνη…

Τα παπούτσια μας γεμίζουν νερό και μυρουδιές μέντας. Γλιστρώ, αρπάζομαι από μιαν άκρη σκίνου για να κρατηθώ και τα ρουθούνια μου γεμίζουν αναμνήσεις γύρω στα 12 φυλλαράκια σκίνου το φαί της κούκλας. Δύναμη αυτόματη που έχουν οι μυρουδιές!

Κάτω το Ασκληπιείο. Ένα τετράγωνο, μόνο κάτοψη. Διαβάζεις το περιστύλιο του ναού. Τους διαφόρους χώρους, το βουλευτήριο, το θέατρο καλά χωμένο στο χώμα, καλά φυλαγμένο απ’ τη φύση, το ίδιο και το στάδιο. Καλύτερα έτσι έως ότου…

Ανασυνθέτουμε μέσα μας το μνημείο. Το βλέπουμε να ζει στα χρόνια του. Εκεί, καθισμένοι οι δυό, στις υγρές του κερκίδες. Ο Πέτρος χαϊδεύει τις πέτρες, μαγεύεται, δουλεύει την πέτρα και νοιώθει τη δύναμή της.
Την αγγίζει με το χέρι του μάστορα! Εγώ τις βλέπω αλλιώς. Στη σύνθεση.

Ανακαλύπτει κάτι μεγάλους κεράμους, είναι από τότε; Τα χέρια εξετάζουν με την αφή.
Με οδηγεί έξω από της λάσπες. Μαζεύουμε ρίγανη και σαλιγκάρια .
Όμορφα, μεγάλα. Τρελαίνεται με τα σαλιγκάρια. Τάβαλε στη μπλούζα του που την έκανε χάλια. Είμαστε ιδρωμένοι και κρυώνουμε! Η ομορφιά! Νοιώθουμε εξαγνισμένοι. Γυρίζουμε πίσω.
Με σκέψεις και μια λύπη.
Πως διάλεγαν τους τόπους αυτοί!
Ένα τέτοιο ιερό σε αυτή τη τρυφερή παλάμη της γης ακουμπισμένο.
Κρυμμένο, ασφαλισμένο απ’ τα βουνά, υπέροχο!

Όμως και τ’ άλλα: Αυτά που έκαναν τον ποιητή να γράψει… Όπου κι αν πάω η Ελλάδα… γεμίζουν θλίψη την ψυχή. Τόση αντίθεση;;;

Λες είμαστε εκείνο αλλά κι αυτό!!!

Κλεοπάτρα Δίγκα
Ιούνιος 1992