«Μινύες έως τα πέρατα του κόσμου» – Ο Ορχομενός «ξαναμίλησε» με το ιστορικό του παρελθόν!
Μια ωραία μέρα για τον Έβρο
Όσα μας δίδαξε το Αρχαιολογικό Συμπόσιο στον Ορχομενό
“Μινύες έως τα πέρατα της γης”: Διεθνές Αρχαιολογικό Συνέδριο στον Ορχομενό στις 27-29 Σεπτεμβρίου 2024
Τελευταία εκδήλωση του ΕΣΠΑ on the road στο Κάστρο Ιωαννίνων
Mια διαφορετική περιήγηση στο Αμφιάρειο, έναν ξεχωριστό αρχαιολογικό χώρο της Αττικής διοργανώνουν η MONUMENTA και το ΔΙΑΖΩΜΑ με τη συνεργασία της Β’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και των πολιτιστικών συλλόγων Αγίας Βαρβάρας και Καλάμου.
Μετά τις περσινές επιτυχημένες επισκέψεις στον χώρο, η νέα περιήγηση θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή 26 Αυγούστου 2011, στις 11 π.μ. Μέλη της MONUMENTA και ο αρμόδιος αρχαιολόγος του χώρου θα μιλήσουν για την ιστορία του ιερού, μαντείου και θεραπευτηρίου του Αμφιαράου, για τα έργα προστασίας και ανάδειξης που πραγματοποιούνται συγχρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΣΠΑ), για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα μνημεία αλλά και τους τρόπους με τους οποίους οι πολίτες μπορούν να συνεισφέρουν στην προστασία του. Ήδη από το 2011 η MOΝUMENTA και οι κάτοικοι του Καλάμου ανέλαβαν την πρωτοβουλία να συμβάλουν ώστε το Αμφιάρειο, να βρει τη θέση που του αξίζει στην καθημερινή ζωή των κατοίκων, παραθεριστών και φίλων του Καλάμου και της ευρύτερης περιοχής. Επίσης, προσπαθούν να συμβάλουν στην αναστήλωση του αρχαίου θεάτρου. Σε συνεργασία με το Μη Κερδοσκοπικό Σωματείο Διάζωμα που δημιουργήθηκε το 2008 με σκοπό την προστασία και την ανάδειξη των αρχαίων χώρων θέασης και ακρόασης ανοίχθηκε ένας κουμπαράς όπου κάτοικοι και φίλοι της περιοχής συνεισφέρουν ανάλογα με τις δυνατότητές τους (Εθνική Τράπεζα 040/48312096). Ήδη, ως πρώτο βήμα, η Β’ ΕΠΚΑ θα προχωρήσει στη μελέτη τεκμηρίωσης και ανάδειξης του αρχαίου θεάτρου με σχετική χρηματοδότηση από την Περιφέρεια Αττικής, η οποία εγκρίθηκε με τη μεσολάβηση του Διαζώματος.
Το Αμφιάρειο βρίσκεται στα ΒΑ της Αττικής, στην περιοχή του Ωρωπού, κοντά στον οικισμό Κάλαμο. Η πρόσβαση είναι δυνατή μόνο με ΙΧ. Η συνάντηση είναι στην είσοδο του χώρου. Πληροφορίες: 6973308857.
Το Αμφιάρειο
Το Αμφιάρειο, αφιερωμένο στον μυθικό ήρωα, μάντη και θεραπευτή Αμφιάραο, ήταν το Ιερό του αρχαίου Ωρωπού. Η ιστορία του Ιερού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία της πόλης. Ο αρχαίος Ωρωπός βρισκόταν στη σημερινή θέση Σκάλα Ωρωπού, ένα λιμάνι με ιδιαίτερη σημασία, στα σύνορα Αττικής-Βοιωτίας και απέναντι από την Ερέτρια. Η θέση της πόλης είχε ως συνέπεια τη διεκδίκηση της κυριαρχίας της από τους Ερετριείς, τους Βοιωτούς και τους Αθηναίους και τη μακρόχρονη υποταγή της σε αυτούς.
Ο τόπος ήταν κατοικημένος από την προϊστορική εποχή. Ο Όμηρος αναφέρει τον Ωρωπό με την ονομασία Γαία, έναν εκτεταμένο οικισμό απέναντι από την Ερέτρια. Έως το τέλος της Αρχαϊκής εποχής ο Ωρωπός βρισκόταν στην κατοχή της Ερέτριας, ενώ στο τέλος του 6ου αι. π.Χ. περιήλθε στην κατοχή των Αθηναίων. Έτσι, οι Ωρώπιοι έγιναν υπήκοοι των Αθηναίων και αθηναϊκές οικογένειες εγκαταστάθηκαν στην πόλη η οποία διοικούνταν από Αθηναίους. Στο διάστημα 431-415 π.Χ. ιδρύθηκε το Αμφιάρειο, την περίοδο δηλαδή της αθηναϊκής κατοχής. Στα τέλη του 5ου π.Χ. ιδρύθηκαν οι δύο μικροί βωμοί, η ιερή πηγή και το θέατρο από το οποίο παρακολουθούσαν οι πιστοί τις θυσίες. Την περίοδο αυτή ίσως και λίγο αργότερα κτίζεται ο μικρός ναός, το μέγεθος του οποίου δείχνει ότι προοριζόταν μόνο για τη στέγαση του λατρευτικού αγάλματος, η πρώτη στοά-κοιμητήριο και ο δυτικός αναλημματικός (πίσω από τα βάθρα) τοίχος. Το 414 π.Χ., κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, οι Βοιωτοί με τη συνεργασία Ερετριέων απέσπασαν τον Ωρωπό από τους Αθηναίους και άρχισε μια περίοδος συνεχών αλλαγών κατόχων έως λίγο μετά το 367 π.Χ. που ο Ωρωπός απέκτησε πλήρη ελευθερία. Μετά τη μάχη της Χαιρώνειας, το 338 π.Χ., ο νικητής Φίλιππος παραχώρησε τον Ωρωπό ξανά στους Αθηναίους.
Στο διάστημα 387-338 π.Χ. το Αμφιάρειο οργανώθηκε και απέκτησε φήμη. Τη διοίκηση του Ιερού είχαν οι Αθηναίοι όταν ο Ωρωπός ήταν κτήση της Αθήνας, ενώ τη διοίκηση αναλάμβανε ο Ωρωπός όταν ήταν ανεξάρτητος. Νέα κτήρια κτίστηκαν και αγάλματα στήθηκαν. Συγκεκριμένα μετά το 366 π.Χ. ανεγέρθηκαν ο μεγάλος ναός, ο μεγάλος βωμός, η δεύτερη στοά, ο ανατολικός αναλημματικός τοίχος (πίσω από τη στοά), τα ανδρικά και γυναικεία λουτρά. Από έναν κατάλογο νικητών πληροφορούμαστε ότι διοργανώνονταν αγώνες, τα Αμφιάρεια τα Μικρά κάθε χρόνο και τα Αμφιάρεια τα Μεγάλα κάθε πέμπτο χρόνο.
Στην περίοδο μετά το 338 π.Χ., οι Αθηναίοι, κάτοχοι πάλι του Ωρωπού, κατασκεύασαν νέα κτίσματα στο Ιερό (την κρήνη, την κλεψύδρα), αναδιοργάνωσαν τις γιορτές και πρόσφεραν αφιερώματα στον Αμφιάραο. Ακολούθησε πάλι ένα μεγάλο διάστημα που ο Ωρωπός είτε ανήκε στην Αθήνα είτε εντασσόταν στο Κοινό των Βοιωτών (πολιτική ομοσπονδία των βοιωτικών πόλεων). Το 295 π.Χ ή το 287 π.Χ. ο Ωρωπός έγινε ισότιμο μέλος του Κοινού των Βοιωτών και η περίοδος έως το 146 π.Χ. ήταν η καλύτερη περίοδος της ιστορίας του. Την εποχή αυτή οικοδομήθηκε το λίθινο προσκήνιο και η σκηνή του θεάτρου. Στο Ιερό κατέφθαναν πλήθη από όλα τα μέρη του ελληνικού κόσμου και πολλοί επισκέπτες το ευεργέτησαν με χρηματικές δωρεές. Επειδή στο Αμφιάρειο συγκεντρωνόταν πολύς κόσμος, οι Ωρώπιοι δημοσίευαν σε αυτό τις σημαντικές αποφάσεις, τις συνθήκες, τα γενικού ενδιαφέροντος δημόσια έγγραφα, τα ψηφίσματα με τα οποία τιμούσαν κάποιον, τις προκηρύξεις, όλα χαραγμένα πάνω στα βάθρα των αγαλμάτων και σε στήλες.
Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι το Ιερό του Αμφιαράου είχε μεγάλη σημασία τόσο θρησκευτική όσο και πολιτική. Ο σεβασμός προς αυτό σήμαινε και ένδειξη εύνοιας προς την πόλη του Ωρωπού και μέσο σύναψης καλών σχέσεων.
Το 146 π.Χ. που η Ελλάδα υποδουλώθηκε στους Ρωμαίους διαλύθηκε το Κοινό των Βοιωτών. Ο Ωρωπός διατήρησε την αυτονομία του που περιοριζόταν σε μια κατευθυνόμενη αυτοδιοίκηση. Το Ιερό συνέχισε να λειτουργεί κανονικά και επιγραφές αναφέρουν ότι την περίοδο αυτή κατασκευάστηκε η μαρμάρινη σκηνή του θεάτρου και επισκευάστηκε ο μεγάλος ναός. Η ρωμαϊκή παρουσία είναι ιδιαίτερα έντονη στο Αμφιάρειο τον 1ο αι. π.Χ., όπως δείχνουν οι τιμητικές επιγραφές για Ρωμαίους αξιωματούχους στα βάθρα και τα αγάλματα που στήθηκαν. Σε περίοπτη θέση στήθηκε το άγαλμα του δικτάτορα Σύλλα και της συζύγου του Μετέλλης. Το 86 π.Χ. ο Σύλλας μετά τη νικηφόρα εκστρατεία του εναντίον του Μιθριδάτη παραχωρεί στο Ιερό τα εισοδήματα ολόκληρης της χώρας και των λιμανιών του Ωρωπού, τα οποία συνέβαλαν καθοριστικά στην αναγέννηση των αγώνων. Στις αρχές του 1ου αι. μ.Χ. ο Ωρωπός έγινε οριστικά κτήση της Αθήνας. Οι αναθηματικές επιγραφές στο Αμφιάρειο δείχνουν ότι οι Αθηναίοι ενδιαφέρονταν για το Ιερό, πρόσφεραν αφιερώματα στον Αμφιάραο και ότι η λειτουργία του συνεχίστηκε έως τον 3ο αι. μ.Χ.
Η επικράτηση της νέας θρησκείας, του Χριστιανισμού, οδήγησε στη βαθμιαία εξαφάνιση της αρχαίας θρησκείας και την εγκατάλειψη του Ιερού. Το Αμφιάρειο ερειπώθηκε σιγά σιγά. Η πλούσια βλάστηση και τα χώματα από τους γύρω λόφους κάλυψαν σε μεγάλο βαθμό τον αρχαίο αυτό χώρο, οποίος πέρασε στην ιδιοκτησία της Μονής Καλολειβαδίου και σε διάφορους ιδιώτες. Εγκαταστάσεις της Μονής βρίσκονταν στον χώρο. Στους νεότερους χρόνους μεγάλη καταστροφή προκλήθηκε από την αφαίρεση αρχιτεκτονικών μελών, αγαλμάτων για την παραγωγή ασβέστη καθώς και από τους Γύφτους χαλκουργούς. Το 1884 που ξεκίνησε η ανασκαφή υπήρχαν στο χώρο ασβεστοκάμινα σε λειτουργία.
Στον Ωρωπό η ζωή συνεχίστηκε. Πάνω στην αρχαία πόλη κτίστηκε ο παλαιοχριστιανικός και πρωτοβυζαντινός Ωρωπός. Αργότερα εγκαταλείφθηκε και μεταφέρθηκε ο οικισμός στον σημερινό Παλιό Ωρωπό, σε απόσταση από τη θάλασσα. Φράγκοι και Τούρκοι κατέλαβαν την περιοχή. Στα μέσα του 19ου αιώνα άρχισε πάλι να κατοικείται η θέση του αρχαίου Ωρωπού με το όνομα Σκάλα Ωρωπού, ως λιμάνι του μεσαιωνικού χωριού. Αργότερα εγκαταλείφθηκε και αυτό το χωριό και η κατοίκηση μεταφέρθηκε οριστικά στον Ωρωπό. Ο Ωρωπός σήμερα είναι μια ζωντανή κωμόπολη που συγκεντρώνει πολλούς παραθεριστές.
Η ιστορία του Αμφιαρείου συνεχίστηκε όταν στις 18 Ιουνίου 1884 ξεκίνησε η ανασκαφή του Ιερού από την Αρχαιολογική Εταιρεία. Η αποκάλυψη του μεγαλύτερου μέρους του αρχαίου χώρου από τον Βασίλειο Λεονάρδο, η λειτουργία Μουσείου, η μερική αναστήλωση των κτηρίων δημιούργησαν έναν σημαντικό επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο.